Δημόσια Κατάθεση μιας Αυτόπτου Μάρτυρος της Δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Η κοπέλα που μιλά σε αυτή την δημοσίευση έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο μέσα απο το βίντεο της δολοφονίας το οποίο κινηματογράφησε από το μπαλκόνι του σπιτιού της που βρήσκεται ακριβώς πάνω από το σημείο της δολοφονίας και πρόκηται να είναι μια από της βασικές μάρτυρες κατηγορίας του δολοφόνου αστυνομικού Επ.Κορκoνέα. Η μαρτυρία είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο We Are An Image From The Future (Είμαστε Μια Εικόνα Από το Μέλλον) που θα κυκλοφορήσει τον Φεβρουάριο του 2010 στις Η.Π.Α. από τον Αναρχικό εκδοτικό οίκο ΑΚPrees με την επιμέλεια των A.G.Scwartz, Τάσος Σαγρής, Κενό Δίκτυο.
Δημόσια Κατάθεση μιας Αυτόπτου Μάρτυρος της Δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου
Είμαι μια κάτοικος των Εξαρχείων και το μπαλκόνι του σπιτιού μου βρίσκεται ακριβώς πάνω από το σημείο που δoλοφονήθηκε ο Αλέξης Γρηγορόπουλος
Δεν συμμετέχω σε καμία πολιτική δραστηριότητα. Δεν είμαι μια ακτιβίστρια. Μπορώ να μιλήσω μόνο για τη δολοφονία. Δεν μπορώ να πάρω κάποια θέση σχετικά με όλα τα άλλα πράγματα που συνέβησαν επειδή όλα αυτά τα υπόλοιπα πράγματα είναι πολύ περίπλοκα και δεν έχω σαφείς σκέψεις σχετικά με αυτά.
Τα Εξάρχεια ήταν πάντοτε μια εναλλακτική γειτονιά, μια περιοχή αντι-κουλτούρας. Για πολλά χρόνια ήταν πολύ συχνό φαινόμενο ότι κάτι θα συμβεί σε μια γωνιά του δρόμου στα Εξάρχεια και ξαφνικά όλοι από τις καφετέριες και τα μπαρ και τα πεζοδρόμια θα χυθούν έξω στους δρόμους και θα τρέξουν να δουν τι συμβαίνει. Συνήθως ήταν επεισόδια μεταξύ των ανθρώπων και της αστυνομίας, μάχες ή αντιπαραθέσεις, ύβρεις, συνθήματα. Τα παλιά χρόνια αυτό συνέβαινε πολύ συχνά. Στη συνέχεια, υπήρξε μια περίοδος που αυτό δεν συνέβαινε τόσο πολύ, αλλά τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να γίνεται και πάλι. Ο λόγος που βρέθηκα με μια φωτογραφική μηχανή στο μπαλκόνι εκείνη τη νύχτα ήταν επειδή πάντα ήθελα να κινηματογραφίσω μια από αυτές τις αντιπαραθέσεις που λαμβάνουν χώρα κάτω από το παράθυρό μου. Αλλά κάθε φορά που έβγαινα στο μπαλκόνι μου να δω τι συμβαίνει, είχα καθυστερήσει. Μέχρι να πάω πίσω στο εσωτερικό του σπιτιού για να πάρω τη φωτογραφική μηχανή μου ήταν πολύ αργά, είχαν ήδη όλα τελειώσει. Αυτό μου συνέβη πολλές φορές. Και η τελευταία φορά που συνέβη αυτό, είπα στον εαυτό μου, την επόμενη φορά, πρώτα θα αρπάξω την κάμερα και μετά θα βγώ στο μπαλκόνι. Τελικά, δυστυχώς η «επόμενη φορά» αποδείχθηκε ότι ήταν ένα περιστατικό που ποτέ δεν περίμενα να συμβεί.
Δύο χρόνια νωρίτερα, ένας φίλοςμου με επισκέφθηκε από τη Γερμανία και μου ανέφερε την εντύπωση του ότι η αστυνομία εδώ φαίνεται πολύ προκλητική και πολύ επικίνδυνη. Ακόμα κι αν αυτός ήταν τουρίστας, ο τρόπος που συμπεριφέρονταν οι αστυνομικοί τον έκανε να αισθάνεται λιγότερο ασφαλής, τον έκανε να αισθάνεται ότι απηλείται, ότι βρήσκεται σε κίνδυνο. Και όταν αυτός ο φίλος άκουσε αυτό που συνέβη στις 6 Δεκεμβρίου, έγραψε κάπου ότι για αυτόν δεν ήταν καθόλου έκπληξη....
Για εμένα όμως ήταν... Όλες τις προηγούμενες φορές, ποτέ δεν ένιωσα φόβο παρατηρώντας αυτές τις συγκρούσεις μεταξύ των ανθρώπων και της αστυνομίας. Ήταν μέρος της καθημερινής ζωής μου στο Εξάρχεια. Ήταν κάτι το σύνηθες. Επειδή πολλοί κάτοικοι και θαμώνες των Εξαρχείων έχουν μια ρητή άρνηση των αρχών, και την εκφράζουν σταθερά και πιστεύουν σε αυτή, κάθε φορά που συνέβαινε κάτι δεν χρειαζόταν να πάρω κάποια συγκεκριμένη θέση, διότι όλα αυτά ήταν ακριβώς ένα μέρος της ζωής μου σε αυτήν την περιοχή. Φυσικά, στα δέκα χρόνια που έχω ζήσει σε αυτό το διαμέρισμα, έχω παρατηρείσει κάθε χρόνο τη σταδιακή αύξηση της παρουσίας της αστυνομίας, την εντατικοποίηση της καταστολής. Οι αστυνομικοί άρχισαν να εμφανίζονται σε κάθε γωνιά της γειτονιάς, σε ομάδες, και επίσης ήταν πάνοπλοι. Η αίσθηση του να παρατηρείς πάνοπλους αστυνομικούς σε πλήρη εξάρτηση να μεταφέρουν πιστόλια, όπλα, γκλόμπς, ασπίδες, δακρυγόνα αέρια, και πολυβόλα- γινόταν όλο και πιο έντονη. Σε αυτή την περίοδο άρχισε να εμφανίζεται στους τοίχους το σύνθημα: "σε κάθε γωνία υπάρχει αστυνομία, η χούντα δεν τελείωσε το '73."
Στις 6 Δεκεμβρίου ήμουν εδώ, στο διαμέρισμα με το Γερμανό φίλο μου. Αυτός μαγείρευε στην κουζίνα και εγώ ήμουν στο σαλόνι. Ξαφνικά άκουσα ένα δυνατό «Μπάνγκ»!... Δεν είχα ακούσει κανένα θόρυβο πριν από αυτό. Δεν συνέβαινε τίποτα στους δρόμους, δεν φώναζε κανένας, δεν γινόταν τίποτα. Προειδοποίηση δεν υπήρχε, μόνο ένα «Μπάνγκ»!... Μου φάνηκε ότι ήρθε από κάτω από την οδό, στην αριστερή πλευρά. Παρά την έκπληξη, αυτή τη φορά θυμήθηκα να αρπάξω την κάμερα μου πρώτα. Δεν ήμουν σε πανικό, δεν αισθανόμουν κάτι ασυνήθιστο, πήρα απλά ήρεμα τη φωτογραφική μηχανή και πήγα προς το μπαλκόνι. Εγώ, δεν πίστεψα ότι κάτι εκπληκτικά ασυνήθιστο είχε συμβεί. Κοίταξα έξω, αλλά δεν ενεργοποίησα την κάμερα στην αρχή, διότι τίποτα δεν συνέβαινε. Είδα μερικούς νεαρούς κάτω προς τα αριστερά από το μπαλκόνι μου, καθόντουσαν εκεί όπως κάνουν πάντα. Οι νεαροί αναρχικοί πάντα συχνάζουν σε εκείνη την γωνία αν και αυτό το βράδυ υπήρχαν λιγότεροι από το κανονικό. Και από τη δεξιά πλευρά, στον πάνω δρόμο, είδα ένα περιπολικό να παρκάρει στη γωνία. Μια στιγμή μετά από τότε που κοίταξα το αυτοκίνητο της αστυνομίας, είδα δύο μπάτσους να γυρνάνε πίσω, προς τα κάτω, με τα πόδια, και αυτό ήταν πολύ περίεργο για μένα. Αναρωτήθηκα,....μα, τί πρόκειται να κάνουν; Έφθασαν στο σημείο όπου το περιπολικό ήταν στην αρχή πριν στρίψουν για να το παρκάρουν, και άρχισαν να προκαλούν τα παιδιά, φωνάζοντας «ελάτε ρε μουνιά, ελάτε ρε μουνιά»! Όταν άκουσα αυτό το φώναξα στον φίλο μου τον Γερμανό, «έλα να δείς! Η αστυνομία ήρθε για να ξεκινήσει καυγά!». Θα είχε μια ευκαιρία να δεί αυτό το συχνό φαινόμενο, τους έλληνες μπάτσους να προκαλούν μια μάχη προσβάλοντας ανθρώπους. Είναι πολύ συνηθισμένο ότι η αστυνομία βρίζει τους ανθρώπους, αλλά αυτό ήταν πάρα πολύ. Ήταν προκλητικοί γιατί παρκάρισαν το αυτοκίνητο της αστυνομίας και ήρθαν με τα πόδια πίσω φωνάζοντας βρισιές. Αυτός είναι ο τρόπος που οι άνθρωποι ξεκινούν καβγά. Έμοιαζε λες και είναι ένας προσωπικός καβγάς, όχι όπως οι συνήθεις πρόκλησεις και βρισιές της αστυνομίας.
Αμέσως μετά και οι δύο έβγαλαν τα όπλα τους, και οι δύο μπάτσοι τράβηξαν τα όπλα τους!... Αυτό ποτέ δεν αναφέρθηκε από τα μέσα ενημέρωσης. Και μου ήρθε η μία έκπληξη μετά την άλλη. Πρώτα ήρθαν πίσω με τα πόδια, μετά άρχισαν ένα τσακωμό προσβάλωντας τα παιδιά, μετά έβγαλαν τα όπλα τους, και στη συνέχεια στόχευσαν, σε μια στιγμή που δεν υπήρχε καμία πρόκληση και δεν υπήρχε τίποτα που να αποτελεί απειλή για αυτούς, δεν υπήρχει κάποια σύγκρουση και ούτε καν συνέβαινε κάποια αντιπαράθεση. Και τότε πυροβόλησαν. Άκουσα δύο πυροβολισμούς, αλλά δεν μπορώ να πω αν και οι δύο από τους αστυνομικούς πυροβόλισαν ή ο ένας από αυτούς πυροβόλησε δύο φορές. Είναι πιθανό ότι ένας από αυτούς πυροβόλησε δύο φορές. Και μετά γύρισαν την πλάτη τους και απλά έφυγαν σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.
Εμένα, μέχρι εκείνη τη στιγμή, δεν μου είχε χρειαστεί να κοιτάξω αριστερά, στην ομάδα των παιδιών, γιατί ήταν απίστευτα περίεργη η συμπεριφορά αυτών των δύο αστυνομικών. Δεν ήταν ανάγκη να δω από την άλλη πλευρά, από την πλευρά των παιδιών διότι τίποτα δεν συνέβαινε από εκεί. Και τότε άκουσα τον κόσμο στον δρόμο να φωνάζει ότι ένα παιδί είχε πυροβοληθεί. Και τότε ένιωσα πανικό. Έτρεξα στο εσωτερικό του σπιτιού, άρπαξα το τηλέφωνο, κάλεσα ένα ασθενοφόρο, και πήγα αμέσως κάτω στο δρόμο. Είδα μόνο ένα παιδί να βρήσκεται εκεί, και σοκαρίστηκα. Όλος ο κόσμος φώναζε και πολλοί λιποθυμούσαν. Το παιδί δεν ήταν νεκρό ακόμη, και ένας γιατρός είχε εμφανιστεί και προσπαθούσε να του δώσει τις πρώτες βοήθειες. Στη συνέχεια, το ασθενοφόρο έφτασε και το παιδί πέθανε μέσα στο ασθενοφόρο, νομίζω.
Έμαθα από άλλους ανθρώπους που ήταν εκεί ότι η πρώτη έκρηξη που άκουσα ήταν χειροβομβίδα κρότου-λάμψης. Προφανώς κάποιος είχε ρίξει ένα πλαστικό μπουκάλι στο αυτοκίνητο της αστυνομίας και ίσως τους φώναξε κάτι καθώς περνούσαν και οι αστυνομικοί απάντησαν με τη ρίψη της χειροβομβίδας από το περιπολικό. Αυτά δεν είναι τόσο ασυνήθιστα εδώ. Είναι φυσιολογικό κάποιος να φωνάξει, όλοι στην Ελλάδα φωνάζουν ο ένας στον άλλο. Έτσι, είμαι βέβαιη ότι οι αστυνομικοί δεν είχαν απειληθεί, δεν ήταν σε άμυνα, ούτε σε κατάσταση να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Αλήθεια, αν ένας αστυνομικός νιώθει μια σοβαρή απειλή, δεν παρκάρει χαλαρός στην επόμενη γωνία και γυρνάει με τα πόδια να ζητήσει το λόγο για ξεκαθάρισμα. Συνήθως, όταν οι αστυνομικοί σε περιπολικό αισθάνονται απειλή ή αισθάνονται σαν να είναι υπό επίθεση φεύγουν, απομακρύνονται. Η αστυνομία δεν ήταν σε θέση άμυνας εκείνη τη στιγμή.
Πήγα πίσω και προσπάθησα να δω το βίντεο στον υπολογιστή μου, αλλά δεν μπορούσα γιατί μου έλειπε κάποιο πρόγραμμα. Γι 'αυτό και χτύπησα την πόρτα του γείτονά μου και του είπα ότι «έχω γράψει κάτι αλλά δεν ξέρω τί είναι. Μπορούμε να δούμε στον υπολογιστή σου τί είναι; » Και είδαμε το βίντεο, και αυτό που αισθάνθηκα, δεν ένιωσα το είχα ξανανιώσει ποτέ στην ζωή μου. Καλέσαμε όλους τους ανθρώπους από όλη τη γειτονιά να κατέβουν κάτω, όλοι, όλοι κατέβηκαν στους δρόμους, και η ενέργεια, η ατμόσφαιρα, ήταν οργή, Οργή!... Η Οργή ξεχείλιζε στους δρόμους, παντού οι άνθρωποι ξεχείλιζαν από τα σπίτια τους στους δρόμους. Όλοι....
Η αστυνομία είχε το θράσος να έρθει εδώ, πάλι σε αυτή τη γωνιά όπου το πρώτο περιπολικό με τους μπάτσους είχε σταματήσει, στο ίδιο σημείο από όπου πυροβόλισαν. Και φυσικά όλοι άρχισαν να τους φωνάζουν, οι νέοι, οι ηλικιωμένοι, κανονικοί άνθρωποι, όλοι τους φωνάζαν «να πάνε στο διάολο». Περίπου δύο ώρες μετά την δολοφονία, είναι αδύνατο να πω ακριβώς σε πόση ώρα, αλλά ήταν περίπου δύο ώρες ήρθε η μυστική αστυνομία. Ήμουν πίσω στο σπίτι μου και άκουγα το ραδιόφωνο και την τηλεόραση και έλεγαν ότι γίνονται επισόδεια στα Εξάρχεια, ότι η αστυνομία έχει δεχθεί επίθεση και πυροβόλησε σε αυτοάμυνα, αλλά αυτό δεν ήταν αλήθεια. Και οι ταραχές δεν είχαν καν ξεκινήσει ακόμη!... Και από το παράθυρό μου είδα άνδρες χωρίς στολές να εξετάζουν τους τοίχους των κτιρίων γύρω από τη δολοφονία. Η μυστική αστυνομία είχε έρθει για να αναζητήσετε τους κάλλυκες από τις σφαίρες και να ερευνήσει την περιοχή.
Ήμουν με το γείτονα μου, και του είπα ότι θα κατέβω κάτω. Ήθελα να αντιδράσω με κάποιο τρόπο σε όλα αυτά που έλεγαν στις ειδήσεις. Έτσι πήγα κάτω και είπα ότι «όλα αυτά που λένε στην τηλεόραση είναι ψέματα». Ένας ψηλός γέρος με ένα γλειώδες χαμόγελο με πλησίασε, και είπε, «ναι εε..., και ποιά είσαι εσύ;» Και εκείνη την στιγμή αισθάνθηκα έναν απόλυτο τρόμο. Επειδή είμαι πολύ αφελής, ένιωσα απλά την υποχρέωση να κατέβω από το σπίτι μου και να πώ την αλήθεια. Αλλά αυτός ο τύπος, με έκανε να νιώσω πραγματκό τρόμο μόλις με πλησίασε. Για αυτό και αποτραβίχτικα και είπα.... «όχι,....εσείς ποιος είστε;» Και μου είπε το όνομά του και τη θέση του. Ήταν ο αρχηγός της μυστικής υπηρεσίας της αστυνομίας, ο διευθυντής ασφάλειας Αθηνών και ήταν υπεύθυνος για την αυτοψία και την έρευνα της δολοφονίας. Πήρε το όνομα μου και το τηλέφωνο μου, και με ρώτησε αν ήμουν έτοιμη να έρθω στην Γ.Α.Δ.Α. για να καταθέσω, και είπα ναι.
Με ρώτησε τί συνέβη. Τον έφερα στο ακριβές σημείο όπου οι αστυνομικοί στέκονταν όταν άνοιξαν πυρ!.... Και ακριβώς σε εκείνο το σημείο που στάθηκα ήταν που βρήκαν τους κάλληκες από τις σφαίρες. Και με ρώτησε αν είχα ένα όχημα, αν θα μπορούσα να πάω μόνη μου στο τμήμα. Και είπα «δεν έχω» και μου είπαν ότι θα έρθω μαζί τους. Είπα τότε, ότι «ελπίζω δεν θα μας κάψουν ζωντανους μες στο αυτοκίνητο μέχρι να φτάσουμε στην Γ.Α.Δ.Α.» και ο επικεφαλής γέλασε και είπε ότι δεν υπάρχει φόβος. Με κατευθύνω προς μια μεγάλη ομάδα από συγκεντρωμένα Μ.Α.Τ., και βρέθηκα στη μέση μια διμοιρίας Μ.Α.Τ. Ήταν ακριβώς εκείνη τη στιγμή που οι άνθρωποι επιτέθηκαν.
Ο επικεφαλής εξαφανίστηκε αμέσως, έτρεξε μακριά και με άφησε εκεί ενώ οι άνθρωποι έκαναν επίθεση, και είδα όλα τα όπλα που η αστυνομία είχε πάνω της και φρικάρισα!. Δεν μπορούσα να επικεντρωθώ σε τίποτα άλλο...Και ένιωσα όμως και πόσο ισχυροί είναι οι άνθρωποι...Οι άνθρωποι ήταν γεμάτοι με οργή. Δεν μπορώ να θυμηθώ αν είχαν επιτεθεί με πέτρες ή μολώτοφ ή με παλούκια, μόνο ότι ήταν ακατανίκητοι...Θυμάμε και ότι εγώ έπρεπε να βγώ από εκεί ανάμεσα απ’τα Μ.Α.Τ. Έτρεξα μακριά μόνη μου και επέστρεψα στο σπίτι μου. Φυσικά περίμενα ότι θα μου τηλεφωνούσαν να με καλέσουν να καταθέσω ως μάρτυρας. Αλλά αυτό δεν το έκαναν ποτέ. Μίλησα με μια δικηγόρο του κινήματος, την κ.Γιάννα Κούρτοβικ. Και αυτή με συνόδευσε στον ανακριτή. Έπρεπε να πάω εγώ να βρώ τον δικαστή, διότι η αστυνομία ποτέ δεν μου τηλεφώνησε για να καταθέσω. Και μετά τη κατάθεση μου, μερικές ημέρες αργότερα, η αστυνομία έκλεισε πάλι όλη την περιοχή για να κάνουν την πραγματογνωμοσύνη που να αποδεικνύουν αν η σφαίρα χτύπησε κατευθείαν το παιδί ή αν εξοστρακίσηκε στο έδαφος. Αυτή ήταν η επίσημη ιστορία, ότι μόνο ο ένας μπάτσος είχε πυροβολήσει και ότι η σφαίρα αναπήδησε στο έδαφοσ και χτύπησε τον Αλέξη... Ο εισαγγλέας, ο φωτογράφος, και ο γραμματέας ήρθαν στο μπαλκόνι μου για να πάρουν φωτογραφίες.
Και όπως ήμουν πάνω στο μπαλκόνι, μπροστά σε όλο τον κόσμο που παρακολουθούσε την διαδικασία φώναξα τον γενικό διευθυντή και του είπα : « Ω!...γειά σας, με παρατήσατε στην μέση της σύγκρουσης και φύγατε την άλλη φορά»...και αυτός είπε : «Δεν σε παράτησα εγω...Εσύ φοβόσουνα ότι θα μας κάψουν ζωντανούς». Και εγώ τότε του απάντησα: «Μην λέτε ψέματα μπροστά σε όλους τους ανθρώπους...»
Θυμάμαι πριν από μερικά χρόνια, που έλεγα στον εαυτό μου πως ζω σε ένα στρατόπεδο, με όλη αυτή την αστυνομία τριγύρω εδώ στα Εξάρχεια. Τώρα μπορώ να πω ότι ζω σε μια εμπόλεμη ζώνη.
Αυτό που συνέβη τον Δεκέμβριο, δεν πίστευα ποτέ πως θα μπορούσε να συμβεί. Παρ 'όλο το συναισθήμα της στρατιωτικής κατοχής που προκαλούσε και προκαλεί η αστυνομία. Για μένα, πάντα υπήρχε ένα όριο, μια τελική γραμμή, και όταν η αστυνομία διέσχισε τη γραμμή αυτή, συνέβει μια ποιοτική αλλαγή. Όλα άλλαξαν. Καθένας κατάλαβε ότι υπάρχει ένας συγκεκριμένος ορίζοντας στα γεγονότα και πέρα από αυτόν όλα είναι διαφορετικά. Έχουμε περάσει αυτό το ορίζοντα. Και τώρα μπορώ να πω ότι δεν είναι πλέον μια σύγκρουση, τώρα είναι πόλεμος.
Σε σύγκριση με πριν από τον Δεκέμβριο, τα πάντα είναι πιο δυνατά. Η δολοφονία του Αλέξη ήταν η τελευταία σταγόνα. Τώρα δεν υπάρχει ανοχή για την αστυνομία. Η δολοφονία ήταν κάτι τόσο εξωφρενικό που οι άνθρωποι αντέδρασαν και ακόμη συνεχίζουν να αντιδρούν. Παίρνουν δύναμη από την οργή που εκφράστηκε κατά τη στιγμή της δολοφονίας. Υπήρχαν πάρα πολλά άλλα προβλήματα εκτός από την αστυνομική βία, και αυτά τα προβλήματα εξακολουθούν να υπάρχουν. Αλλά οι άνθρωποι δεν ανέχονται πλέον ούτε τα υπόλοιπα προβλήματα....
Έτσι, θα είμαι μάρτυρας στη δίκη του αστυνομικού που σκότωσε τον Αλέξη. Ανησυχώ για το πώς θα αισθάνομαι προς το δικηγόρο που τον υπερασπίζεται, γιατί υπερασπίζεται ένα πολύ κακό άτομο. Μετά, άρχισα να ανησυχώ επίσης για την έκβαση της δίκης, διότι εάν αυτός ο αστυνομικός καταλήξει με μόνο δύο ή τρία χρόνια ή κάποια λίγα χρόνια στη φυλακή, δεν ξέρω πώς θα αντιδράσω. Πώς αντιδράς στην απόφαση μιας τέτοιας δίκης; Πολλά φρικτά πράγματα συμβαίνουν, και ακούμε για αυτά ή τα βλέπουμε στις ειδήσεις, αλλά είναι πολύ διαφορετικό όταν δεις κάτι με τα μάτια σου. Η δολοφονία του Αλέξη δεν είναι απλώς λόγια, είναι μια σαφής αλήθεια για εμάς, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για αυτό, δεν υπάρχει καμία απόσταση από αυτό. Η δολοφονία είναι η απόλυτη αλήθεια, είναι σαν να μου κλέψετε κάτι μπροστά στα μάτια μου και στη συνέχεια να μου πείτε ότι δεν υπήρξε ποτέ. Η δολοφονία αυτή δεν είναι κάτι που ακούσαμε από κάπου αλλού. Και φοβάμαι πάρα πολύ ότι αν δεν καταδικαστεί αυτός ο μπάτσος, ίσως η αντίδρασή μου θα με ρίξει στην φυλακή. Το σκέφτομαι αυτό όλη την ώρα, καθώς ετοιμάζομαι να καταθέσω στην δίκη για την δολοφονία του Αλέξη.
Testimony of Eyewitness of the Assasination of Alexis Grigoropoulos
Testimony of an eyewitness of the assasination of 15 year's old boy Alexis Grigoropoulos from Greek Police that lead to December riots and general social revolt that still going on in Greece. The girl that she speaks in this text unforunately became world famous through the short video she had the bad luck to videotape from her balcony overlooking the spot of the assasination of Alexis and she will be witness against the cop Ep. Korkoneas in his trial. This witness is a fragment from a bigger text and is included in the book "WE ARE AN IMAGE FROM THE FUTURE / The Greek Uprising of December 2009 that will be released in U.S.A. in February 2010 from AK Press and is edited by A.G.Scwartz, Tasos Sagris and Void Network
Testimony of Eyewitness of the Assassination of Alexis Grigoropoulos
I am an Exarchia resident whose balcony overlooks the spot where Alexis Grigoropoulos was murdered
I’m not so involved in any political activities. I’m not an activist. I can only speak about the killing. I can’t take a position on all the other things that happened because all these other things are very complicated and I don’t have clear thoughts on them.
Exarchia has always been an alternative, counterculture neighborhood. For many years it was a frequent occurrence that something would happen on a street corner in Exarchia and suddenly everyone from the cafes and the bars and the sidewalks would pour out into the streets and run to see what was happening. Usually it was incidents between people and police, some fights, confrontations, insults, shouting matches. In the old times it happened very often. Then there was a period when this didn’t happen so much, but in the last years it has started becoming more common again.
The reason that I found myself with a camera on the balcony that night was because I had always wanted to film one of these confrontations that are always taking place below my window. But every time I would come to my balcony to see what was happening, I got delayed. By the time I went back inside to get my camera it was too late, it was already over. This happened to me many times. And the last time that it happened, I said to myself, the next time, first I’ll grab the camera and then I’ll go to the balcony.
And in the end the next time turned out to be an incident that I never expected could happen. Two years earlier a friend visited me from Germany and he mentioned to me that the police here seem very provocative and dangerous. Even though he was a tourist, the way they behaved made him feel less safe, they made him feel endangered. And when this friend heard about what happened on the 6th of December, he wrote that he wasn’t at all surprised. But I was.
All the previous times, I never got scared observing these fights between people and the police. It was part of my everyday life in Exarchia. It was something commonplace. Because the Exarchia locals express their negation of authority firmly, and they believe in it, whenever something was happening I didn’t need to take a position or make a stand because it was just a part of life in this area. Of course in the ten years that I’ve lived in this flat, I’ve observed year after year a gradual increase in the police presence, an intensification. Policemen began to appear on every corner in the neighborhood, in groups, and also they were armored. The feeling of observing armored police in full riot gear carrying pistols, tear gas guns, and machine guns—it was getting more and more intense. In this period the slogan started to appear on the walls: “on every street corner there are police, the junta didn’t end in ’73.”
On 6 December I was here in the apartment with my German friend. He was cooking in the kitchen and I was in the living room. Suddenly I heard a bang. I hadn’t heard any noises before that. Nothing was happening in the streets, no shouts, nothing. Without warning there was just a bang. It seemed to me that it came from down the street, on the lefthand side. Despite the surprise this time I remembered to grab my camera first. I was not in a panic, I didn’t feel anything unusual, I just calmly got the camera and went to the balcony. I didn’t think anything extraordinary had happened. I looked outside, but I didn’t turn the camera on in the beginning because nothing was happening. I saw a few youths down to the left, sitting like they always do. The young anarchists are always hanging out down there, although this night there were fewer than normal. And on the righthand side, up the street, I saw a police car parked at the corner. One moment after the police car drove off, I saw two cops coming back on foot, and this was very strange to me. I asked myself, what are they going to do? They arrived at the spot where the car had been before, and started provoking the kids, saying come on you pussies! When I heard this I shouted to the German guy, come look! The police came and they’re starting a fight. He would get a chance to see this phenomenon of the Greek cops provoking a fight by insulting people. It’s normal that the police speak bad to people, but this was too much. It was provocative because they parked the police car and they came walking back and shouting challenges. That’s how normal people start a fight. It was like a personal fight, not the usual provocation by police.
Immediately after that they both took out their guns, both the cops. This was never mentioned by the media. And I got one surprise after another. First they came back on foot, then they started a fight by insulting the kids, then they took out their guns, and then they took aim, in a moment when there was no challenge and no threat, there was no fight or confrontation going on. And they shot. I heard two shots but I can’t say if both of them shot or if one shot twice. It’s possible that one of them shot twice. And they turned around and just left, simple as that, as though nothing had happened. Me, until that moment, it didn’t occur to me to look to the left, to the group of kids, because it was all so incredibly strange, the behavior of these two policemen. There was no need to look to the other side because nothing was happening there. And then I heard the people in the street shout that a kid had been shot. And then I felt panic. I ran inside, grabbed the telephone and called an ambulance, and I went down to the street. I saw just one kid lying there, and I was shocked. Everybody was shouting and many people were fainting. The kid wasn’t dead yet, and a doctor had appeared and was trying to administer first aid. Then the ambulance arrived and he died inside in the ambulance, I think.
I found out from other people that the first bang had been a concussion grenade. Apparently someone had thrown a plastic bottle at the police car and yelled an insult as it was passing and the police responded by throwing the grenade from the car. That’s not so unusual here. It’s normal to shout, everyone in Greece is shouting at each other. So I’m sure the policemen hadn’t been threatened, they weren’t defending themselves. Really, if a policeman feels a serious threat, he doesn’t drive down to the next corner then walk back to clean up the situation. Usually when the police feel a threat or feel like they’re under attack, they drive off, they get out of there. The police were not on the defensive at that moment.
I went back up and tried to watch the video on my computer, but I couldn’t because I was missing some program. So I knocked on my neighbor’s door and said I recorded something but I don’t know what it is. Can we put it in your computer so I can see what it is? And we saw the video, and the way I felt, I had never felt that way in my entire life. We called down all the people from the entire neighborhood, everyone, we all came down onto the streets, and the energy, the atmosphere, was one of rage. It was overflowing all the streets, everywhere people were pouring out of their houses onto the streets. Everybody.
The riot police had the gall to come here, back to this corner where the first cop car had stopped, and where the shots were fired. And of course everybody started shouting at them, young people, old people, normal people, everyone was shouting at them to go the hell away.
About two hours after the shooting, it’s impossible to say exactly how long but it was about two hours. The secret police came. I was back in my house listening to the radio and the TV, which were saying there were riots in Exarchia, that the police had been attacked and fired in self-defense, but this wasn’t true. And the riots hadn’t even started yet. And from my window I saw men without uniforms looking at the walls of the buildings around the shooting. The secret police had come to search for the shell casings and the bullets, to investigate the area. I was with my neighbor, and I told him I was going down. I wanted to react somehow to what they were saying on the news. So I went down and I said that what they’re reporting on the television wasn’t true. One tall old guy came up to me with a greasy smile, and said, yes, and who are you? And I felt an amazing fear. Because I’m very naïve, I just felt the obligation to go down and say the truth. But this guy, he terrified me. So I backed off and said, no, who are you? And he told me his name and his position. He was the chief of the secret police agency, and he was in charge of the autopsy and investigation. They took my name and telephone, and they asked me if I was going to come to the central police station to testify, and I said yes.
He asked me what happened. I brought him to the exact point where the policemen were standing when they opened fire. And exactly at that point was where they found the shell casings. And they asked me if I had a vehicle, if I could drive myself to the station. And I said no and they told me I would come with them. I said I hoped the people wouldn’t bomb the police car on the way, and the chief laughed and said have no fear. He directed me to where a large group of riot police were gathered, and I found myself in the middle of a MAT squad. It was right at that moment that the people attacked. The chief disappeared immediately, he ran away and they left me while the people were attacking, and I saw all the guns that the police had and I flipped out. I couldn’t focus on anything, I felt how powerful the people were, they were full of rage. I can’t remember if they were attacking with stones or molotovs or clubs, only that they were overpowering and I had to get out of there. I ran away by myself and came back to my house.
Of course I was expecting that they would call me for an interview as a witness. But they never did. I spoke with a lawyer of the movement, Yianna Kurtovick, she’s one of the members of the Network for the Defense of Political Prisoners and Immigrants. And she brought me to the examining magistrate. I had to go to find the judge because the police never called me to testify. And after I testified, some days later, they closed the whole area to make the official report to prove whether the bullet hit the kid directly or if it richocheted off the ground. That was the official story, that the one cop had fired at the ground and the bullet bounced up and hit him.
The magistrate, the photographer, and the secretary came up to my balcony to take photographs. The chief of the secret police was down in the street. I called out to him, Oh hello, you left me alone last time in the middle of a riot. And he answered, I didn’t abandon you, it was you who was afraid that the rioters would burn us alive. And I said to him, Don’t tell lies in front of all these people.
I remember telling myself some years ago that I lived in a military camp, with all the police around Exarchia. Now I say that I live in a warzone. What happened in December, I never believed that it could ever happen. Despite all the feelings of military occupation provoked by the police. For me, there was always a limit, always a final line, and when the police crossed this line, it was a qualitative change. Everything changed. Everyone understood that there was a certain horizon to the situation and beyond it everything was different. We have passed this horizon. And now I say that it is not a conflict anymore, now it is war.
In comparison with before December, everything is more powerful. The assassination of Alexis was like the cherry on top, the last straw. Now there is no more tolerance for the police. The killing was so outrageous, so far beyond the limits, that the people reacted and still they continue to react. They are getting empowered from the rage that was expressed at the moment of the killing. There were many other problems too besides police brutality, and these problems continue, but the people don’t tolerate these other problems either, not anymore.