(Λάβαμε 5/12/17)
Και τελικά το πολυτεχνείο απέκτησε άξιους απολογητές και υπερασπιστές, ελεύθεροι να το νοηματοδοτήσουν κατά το δοκούν αποθέτοντας το σε περίoπτη θέση στον πολιτικό χάρτη. Δυστυχώς, η κατάκτηση αυτή της μεταπολίτευσης απέτυχε να ισοσταθμιστεί από τον αντίλογο άξιων υπονομευτών. Εμείς πρώτοι πρώτοι απεκδυόμαστε το παραπάνω καθήκον υπό το άχθος της επιλογής να αποχωρούμε σιωπηλά από τις γεμάτες χλαπαταγή γούβες των πολιτικών, ευτράπελων αψιμαχιών. Προτιμούμε να μιλάμε εν απουσία επίδοξων διαστρεβλωτών, εκεί που τα λόγια μπορούν να ασκήσουν την ποιητική αμεσότητα τους ουρλιάζοντας καθαρά και ανερυθρίαστα, εξαίροντας χάσματα όσο και αποκλίσεις, πάντα σημαδεύοντας στην κατασκευή νέων. Γι’ αυτό η παρούσα ανακοίνωση προσιδιάζει περισσότερο σε χασμουρητό, απαραίτητο όμως εν είδει χαρακτηρισμού για όσα διαδραματίστηκαν και για όσα μένει να συμβούν με αφορμή τις εξελίξεις στο πολυτεχνείο και ότι οδήγησε σε αυτό.
Εκκινώντας από την ειρωνεία της υπόθεσης, δηλαδή τον κοινό τόπο παρά το πρόδηλο νείκος των δύο αντιμαχώμενων πλευρών, ο οποίος μεθοδικά τους οδήγησε να ανταγωνίζονται για την διαχείρηση της αστικοδημοκρατικής γιορτής. Γιατί, ας μην λησμονούμε πως προϋπόθεση για μια σύγκρουση συμφερόντων αποτελεί η συνάντηση τους σε κοινό τόπο με κοινό διακύβευμα. Κατανοητό αυτό πιστεύουμε. Οπότε ποιό ήταν αυτό το τόσο βαρύτιμο διακύβευμα γύρω από το οποίο οι ποιμένες μαζί με τον σάλαγο των ζωντανών τους συγκρούστηκαν; Φυσικά, το πτώμα μιας εξέγερσης στην οποία αν όντως δεν είχε εκπνεύσει πιθανότατα, αμφότεροι δεν θα είχαν την παραμικρή θέση. Και αυτό διότι η μέρα αυτή ανήκει στο λαό αφήνοντας με αυτή την έννοια να εννοηθεί όλο το εύρος των συνεπειών της, τουτέστιν αυτόματως η μέρα αυτή δεν ανήκει σε αναρχικούς, σε εξεγερμένους, σε εγωιστές, σε αυτόβουλα πρόσωπα, σε ανειρήνευτους πολέμιους της κοινωνίας και της δημοκρατικής χαβούζας. Ανήκει στο λεφούσι, στις αφαιρέσεις, στις παρατάξεις, στα κόμματα, στην τυφλή αγανάκτιση, στα χαυνωμένα τέκνα του θεάματος και της φαινομενικότητας, στο θυμικό της πλέμπας. Ανήκει σε όσους έχουν ανάγκη το μερίδιο τους από τις κυρίαρχες υπερασπιστικές γραμμές που η μεταπολιτευτική δημοκρατία αναδεικνύει από το παρελθόν, προκειμένου να εξασφαλίσουν θέση στο παρόν της. Είτε ως εξεγερμένοι, είτε ως πρωτοπορία, είτε ως μοιρολογίστρες, είτε ως κομματικά σκουπίδια σημασία έχει να κατοχυρωθεί μια θέση στο ψηφιδωτό των διεθέσιμων ιστορικών αφηγήσεων. Αντιθέτως όμως, από πλευράς μας, το πολυτεχνείο βρίσκεται στην δέουσα θέση μαζί με τους πολλαπλούς μνηστήρες του. Στα ερείπια του ιστορικού τέλματος των σύγχρονων κοινωνιών. Και κάθε χρόνο θα συνεισφέρουμε στην στηλίτευση του, ούτως ώστε να ενταφιαστεί βαθύτερα.
Μην έχοντας να διακδικήσουμε το παραμικρό από τον αντιδικτατορικό αγώνα του αγέρωχου ελληνικού φοιτηταριάτου και ευρύτερα του ελληνικού λαού που εξ αρχής αντιτάχθηκε σύσσωμα ενάντια στο στρατιωτικό καθεστώς (γελάει η ιστορία), αποστασιοποιημένοι, επιλέξαμε τη θέση του παρατηρητή, συνεπώς και θέση αποχής από την ανανέωση των εκτιθέμενων γεγονότων προς μαζική κατανάλωση. Αποχή οριστικά από τα κονιορτοποιημένα δίκτυα κυκλοφορίας υποσχέσεων, απαραίτητων αποκλειστικά για την συντήρηση των σύγχρονων συσχετισμών δύναμης και τον εξοβελισμό των ανόθευτων ανατρεπτικών εγχειρημάτων στην αφάνεια. Αποχή συνδεδεμένη στατηγικά με την επισκοπεία του κοινωνικού σώματος προκειμένου να εντοπίσουμε τα σημεία εκείνα σε κατάσταση ολιγορίας και ολικής σύγχησης. Σημεία εμφανή περισσότερο στο ανέκκλητο, ολοκληρωτικό ξεθώριασμα των έωλων, παροδικών αμφισβητήσεων καθώς συγκρούονται στα μεθόρια της συνήθους εφαρμογής τους και της λήθης εξαιτίας της επελαύνουσας ανίας που τόσο πιστά εξυπηρέτησαν. Διότι και η φαινομενική αμφισβήτηση όταν οι συνθήκες για την αναπαραγωγή της αφανίζονται ακόμα και σε μια κοινωνία ερειδόμενη σε περισσεύματα επί περισσευμάτων η ίδια καθίσταται περιττή. Οι κυβερνητικοί φορείς, τα κόμματα, τα εκπαιδευόμενα στα σχολικά έδρανα μούλικα, το ευνουχισμένο, ευκαταφρόνητο φοιτηταριάτο, τα ευτράπελα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, οι πεφυσιωμένοι κρυφοπατριώτες, τιμητές της ακατάβλητης, δημοκρατικής ελλαδάρας, οι νεκροζώντανοι, υπέργηροι, άλλωτε αγωνιστές ανθοφόροι συνταξιούχοι, όλος αυτός ο συρφετός καταδεικνύει την απουσία φαινομενικής αμφισβήτησης στον θίασο του πολυτεχνείου. Πόσο μάλλον η συνύπαρξη τους υπό την αιγίδα πάντα της πανταχού παρούσας δημοκρατικής αβροφροσύνης και του διασφαλισμένου εξ αυτής βουβού, παρά την ακατάσχετη χλαλοή, διαλόγου. Το εξεγερμένο πολυτεχνείο πέθανε μαζί με το σύστημα και το περιβάλλον που το εξέθρεψε. Ζήτω το διασυρμένο, ευηπόληπτο και δικαιούχο πολυτεχνείο των αγωνιστικών ποπ ασμάτων, των αυχμηρών δακρύων και των τραπεζοστόλιστων, μπογιατισμένων διαδρόμων. Ζήτω όμως και το πολυτεχνείο της ξεδοντιάρικης επαναστατικής επαιτείας, της θλιβερής, νηπιακής καγκελαρίας, της αφοπλισμένης ανατρεπτικής προοπτικής και της στείρας, φαύλης συνθηματολογίας. Το πολυτεχνείο είναι νεκρό, αλλά κάποιοι μη αρκούμενοι στον ενταφιασμό του, θέλησαν να θάψουν μαζί του την ψυχοραγούσα, μα ασίγαστη δυνητική αποστασία.
Οι αναρχικοί δεν έχουν ανάγκη πολυτεχνεία, μήτε αγελαίες δύσοσμες αναθυμιάσεις αγανάκτησης προκειμένου να συγκροτήσουν μια οξεία επιθετική δραστηριότητα. Ιδίως το κουφάρι τους. Το πολυτεχνείο όπως αποτυπώθηκε ευκρινέστατα προηγουμένως ανήκε στην διαμαρτυρόμενη πλέμπα. Καμία εξέγερση το 73 δεν οργανώθηκε γύρω από αναρχικά χαρακτηριστικά θέτοντας σε κίνηση μια συμπαιγνία ενάντια στο κράτος, το κεφάλαιο, την εξουσία και τον πολιτισμό. Εκτός βέβαια αν ορισμένοι επιλέγουν συνειδητά τον ρόλο του σε κωμικό βαθμό εθελότυφλου, πιστεύοντας πως το εξεζητημένο πανό δέκα ανθρώπων ”κάτω η εξουσία” εξέφραζε τις προσπάθειες χιλιάδων να πλήξουν ανέξοδα και ατελέσφορα ένα στρατιωτικό καθεστώς. Φυσικά, σύνολη αυτή η κατάσταση απηχεί τους λόγους για τους οποίους σταχυολογείται η επιβράβευση μιας εξέγερσης με άοπλους πολίτες να δέχονται καταιγισμό πυρών ή να εκτοξεύουν τρόφιμα σε άρματα μάχης ως αξιομνημόνευτη και παραδειγματική για τους υπηκόους μιας δημοκρατίας. Διότι ακριβώς αυτό το οργιλό συνονθύλευμα εναντιονώταν διαμέσου ομόλογου ασυνάρτητου τρόπου, πολιτικά σε μία αμφισβητούμενη, κλονιζόμενη κοινωνική πραγματικότητα και όταν αυτή κατέρρευσε, παίρνοντας με την σειρά του την σκυτάλη, χειροτόνησε τους υπερασπιστές του, πένθησε για τους νεκρούς του και επέβαλε τις μεθόδους του. Οι γενναιόφρονες φοιτητές κατόρθωσαν να αποκτήσουν πρόσβαση στις πολυπόθητες φοιτητικές ζωές της ανεμελιάς επί πίστωση, οι ηγέτες να κατακτήσουν τιμαλφείς θέσεις στον μετέπειτα πολιτικό χάρτη, ο λαός αμείφθηκε για την ευψυχία του με περισσότερα από τριάντα χρόνια τρυφής και καταναλωτικής πλησμονής, η κουλτούρα μυήθηκε ομαλά στην νέα περίοδο του μετανεωτερικού σχετικισμού, του ηδυπαθή ηθικισμού και του κοσμοπολίτικου οπτιμισμού. Οι περισσότεροι βέβαια όσο μηχανικά διαμαρτυρήθηκαν ωσαύτως επέστρεψαν στα σπίτια και τις ζωές τους, συνεχίζοντας να κάνουν τα ίδια ακριβώς πράγματα, ανεπηρρέαστοι από τις μεταβολές και τις ανακατατάξεις στον αποπληκτικό περίγυρω τους. Οι σύγχρονες αναπολήσεις της χρυσής εποχής των χρόνων 67-74 ( τότε που κοιμόμασταν με ανοιχτές τις πόρτες και η εργασία ήταν δεδομένη ) αποκαλύπτουν τι πραγματικά ήταν ικανό ανέκαθεν να διαταράξει την επιφάνεια στο απάνεμο υπαρξιακό τους έλος. Εργασία, κατανάλωση, άνεση, ιδιοκτησία και ακίνδυνες απολαύσεις. Χονδρικά, μαμ, κακά και νάνι. Σαν να μην πέρασε μια μέρα, με τον κάθε όρο να εμφανίζεται ως η προσήκουσα κατάληξη στην πασίγνωστη, προμετωπίδα ψωμί-παιδεία-ελευθερία. Οποιαδήποτε, λοιπόν προσπάθεια αναστήλωσης ή και απλής επίκλησης αυτής της εξέγερσης από αναρχικούς συνιστά ανόσια σκύλευση, ειδεχθή καπήλευση και προκλητική σύληση ενός ιερούς μαυσωλείου. Ως τέτοια επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί από τους επίγονους της εν λόγο γενιάς καθώς καλούνται να προασπίσουν τα μοναδικά απαραβίαστα κεκτημένα τους. Τις φθηνές δικαιολογίες της ολοκληρωτικής τους αποστέρησης. Τα επιχειρήματα με τα οποία επισκιάζουν το γεγονός ότι πλέον δεν τους ανήκει τίποτα, ούτε καν το παρελθόν τους.
Το παραδεδεγμένο αυτό αμάλγαμα της εορτάζουσας, αφυούς αγέλης, χρόνια τώρα εγείρει επιθυμίες υποδαύλισης και παρακώλησης του. Υγιές κατ’ εμάς φαινόμενο, αντιπροσωπευτικό των υφιστάμενων διαψεύσεων των ισχυρισμών όσων βεβιασμένα σπεύδουν να διατρανώσουν το απρόσβλητο της πολιτικής ηγεμονείας. Ωστόσο, οι ευκταίες αυτές δολιοφθορές ενάντια σε κάθε αστικό υπερθέαμα, δεν αναμένεται να συμβούν από τους όλβιους απολογητές του στους προνομιακούς χώρους άσκησης του ελέγχου του. Αν κάτι κατάφερε να προμηθεύσει η διαδραματιζόμενη αυτή διαμάχη μεταξύ του φαινομενικά νέου και του πραγματικά παρωχημένου, προς χρήση όσων ικανών να παραγάγουν χρήσιμα για την προοπτική του ξεπεράσματος συμπεράσματα, είναι η ομοιότητα του πεπερασμένου με αυτό που αφειδώς επιμένει να μας ξανασερβίρεται εσαεί ως φάρσα. Κάθε φορά όλο και πιο άνοστη, όλο και πιο αδιάφορη. Κουραστήκαμε όμως να θωρούμε το τραπέζι μας έμφορτο με περιττώματα του παρελθόντος. Η κατανάλωση του κενού και η απονενοημένη αδολεσχία στο εσωτερικό κολοβών σχέσεων ανίκανων να δώσουν έκταση στα μεγαλεπίβολα σχέδια μας, επιστράφηκε στο κατάστημα συνοδευόμενη από τα παράπονα μας και την υπόσχεση να μην ξαναπαραπονεθούμε σε κανέναν για οποιαδήποτε επιλογή μας. Δεν είναι τυχαίο πως εμείς στις 16 του μηνός απουσιάζαμε επιμελώς από τις φιλονικίες της κινηματικής μαγάρας. Απουσιάζαμε, όπως απουσιάζουμε διαρκώς από πάσα διαδικασία αναπαραγωγής των κυρίαρχων αναπαραστάσεων και του αντίστοιχου φλύαρου διαλόγου μεταξύ τους. Απήχαμε ως αναρχικοί μηδενιστές γιατί δεν αναζητούμε σανίδα επιβίωσης στην φουσκοθαλασσιά της ανυπαρξίας όσο βλέπουμε τα ανατρεπτικά εγχειρήματα του παρελθόντος να βυθίζονται μετατρεπόμενα σε τροφή για το αδηφάγο απελπισμένο πλήθος. Όσοι όμως βρέθηκαν εκεί ελπίζουμε με την σειρά τους να γνωρίζουν το γιατί ή τουλάχιστον το πως να αποφύγουν να μας απαντήσουν. Εμείς, απεναντίας, με πλήρη διαύγεια θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε τα αίτια της αποστασιοποίησης μας ελπίζοντας πως η απόφαση αυτή θα κατανοηθεί στα δέοντα πλαίσια μιας συνολικότερης πολεμικής στρατηγικής και όχι ως ακόμα μια άκαπνη, εκ του ασφαλούς, λόγια κριτική, ζωτικά εξαρτώμενη από την εμπράγματη απουσία των προαναφερόμενων πολεμικών σχεδιασμών στον ιστορικό χώρο ενόσω αυτός γίνεται έρμαιο των μονοπωλείων της γενικευμένης φλυαρείας.
Η συμπλοκή στο πολυτεχνείο μεταξύ όσων από την μία προσπάθησαν να το φέρουν στα μέτρα τους και όσων από την άλλη αποτυγχάνουν μονίμως να λάβουν το αναμφίλεκτο μα συνάμα ανεπίκαιρο ιστορικό του μέγεθος μας αφήνει αδιάφορους. Εξίσου ατάραχους μας αφήνει και η επελαύνουσα κομμουνιστικοποίηση μερίδας του ας το πούμε χάριν της συνενόησης ”χώρου”, ως απάντηση στην δυσειδή, θεαματική μπαχαλοποίηση του υπολοίπου. Η αδυναμία αμφότερων να κατασκευάσουν σύγχρονες, αμιγώς αναρχικές θεωρήσεις και πρακτικές, αυλακώνεται στα εντεινόμενα, κοινά πεδία σύγκρουσης τους πάνω στα σκέλεθρα του παρελθόντος και των προσφερόμενων ανασκευάσεων του. Οι μεν αποκρίνονται στην κυρίαρχη στειρότητα ανασύροντας προοπτικές μέσα από την αίγλη του επιβλητικού, μυθοποιημένου, κομμουνιστικού μεγαλείου, οι δε λερώνουν το παρελθόν αυτό εγκολπώνοντας το στο τίποτα που εκπροσωπούν, αφαιρώντας του ακόμα και τον μοναδικό ιστορικό του χαρακτήρα. Ο αφοπλισμός του ενός στηρίζεται στην φθείρουσα δραστηριότητα του άλλου. Το παρελθόν επιστρέφει μόνο σαν φάρσα, αφού κάποιος πρότερα το κωμικοποιήσει αλλιώνοντας τα χαρακτηριστικά του. Συμπεραίνουμε, πως ότι μπορούσε να υπάρξει έχει διαδραματιστεί ήδη και ότι υπήρξε ποτέ δεν θα επιστρέψει. Το αν ορισμένοι λοιπόν, επέλεξαν να εναντιωθούν σε μία κατ’ επίφαση αναρχική κατάληψη συνιστά πάρεργο στο πραγματικό διακύβευμα που δεν είναι άλλο από την συνάντηση τους στον ίδιο αφιλόξενο τόπο, όπου ”ό,τι εμφανίζεται ως πραγματικός βίος, απόκαλύπτεται ως βίος, πλέον αυθεντικά θεαματικός”.
Όσοι έχουν αποτινάξει τις ψευδαισθήσεις περί ύπαρξης ενός συγκροτημένου, ενιαίου, επαναστατικού αναρχικού χώρου, σίγουρα γλίτωσαν μία ακόμα ελεύθερη πτώση από το συννεφάκι της ιδεολογικής αφέλειας. Άλλο τόσο σίγουροι είμαστε πως απήχαν από τα τετριμμένα αστικά μνημόσυνα, τις ανίσχυρες εκδηλώσεις λατρείας του παλιού και τους συμβατικούς θιάσους αναπαράστασης μιας ταριχευμένης εξέγερσης. Ειδάλλως, διαβεβαιώνουμε πως αν παρευρίσκονταν ή σκόπευαν να το κάνουν, δεν θα το έπρατταν με τους ανέμπνευστους, στομώμενους όρους της εύπεπτης επιθετικότητας για την επίθεση. Οι παραλήπτες αυτών των αράδων, οι λίγοι μα αναντικατάστατοι αυτοί άνθρωποι, εμφορούμενοι από την εγγύτητα που αποκλειστικά η απορρέουσα εκ της επιλογής ολικής άρνησης της κραταίας ευτέλειας περηφάνεια, δύναται να ζωογονήσει, διακωνούν ανεπιστρεπτί στους πλατείς ορίζοντες των καταστρεπτικών παθών. Χαράζουν με εργαλεία το αίμα, την απόγνωση και το πείσμα τους το χρονικό εξεγέρσεων ακατάληπτων προς τους θεματοφύλακες των αστικών κηδειόχαρτων. Οι καθημερινές τους βαθύσκιωτες αρνήσεις δεν θα μνημονευτούν από κανένα ενθουσιασμένο κοπάδι ενώ οι ραφιναρισμένες, άπληστες εξεγέρσεις τους αναμένουν με μακροθυμία να βρουν τους προσίδιους χώρους έκφρασης και εκδίπλωσης τους. Χώρους που καμία υστεροφημία δεν πρόκειται να εξασφαλίσουν στους φιλοξενουμένους τους. Χώρους απροσπέλαστους για όσους πλέκουν εγκώμια σε ότι δεν γνώρισαν ευγνωμονώντας το για τις παραχωρούμενες επιφάσεις με την αρωγή των οποίων απελευθερώνονται εκ των ευθυνών να σταθούν κριτικά και ακλόνητα στο σήμερα.
Εν κατακλείδι αντιπροτάσσουμε στις συμπεφωνημένες παρελάσεις της επελαύνουσας αδυναμίας, την μεθοδική και επίπονη διαδικασία συγκρότησης ενός σύγχρονου, επικίνδυνου αναρχικού ρεύματος. Την προσωπική περισυλλογή και την διαπροσωπική ώσμωση των θελήσεων όσων επιδιώκουν να ακολουθήσουν τις σύραγγες του αρνητικού ως την οριστική συντριβή κάθε αξιοπεριφρόνητης σταθεράς. Και μετά πάλι από την αρχή. Ξανά και ξανά παρατηρώντας τις μορφές να μεταβάλλονται και να πάλλονται στους ρυθμούς της δημιουργικής βούλησης μέχρι το άοντο ντα φε της νιότης. Κόντρα στην αποπληκτική ηττοπάθεια του πολιτικού ρεαλισμού και στον αφελή οπτιμισμό της πολιτικής μας ήττας. Αποσείοντας τα άχρηστα βάρη του παρελθόντος, είμαστε ελεύθεροι να ξεχυθούμε στο γόνιμο κενό της απώλειας των χαρτογραφημένων διαδρομών αναζητώντας αυτό που την ελευσή του όλοι αισθάνονται αλλά κανείς δεν τολμά να οραματιστεί και ακόμα περισσότερο να βοηθήσει να έρθει. Να τολμήσουμε να οραματιστούμε. Ατρόμητοι μπροστά στο άγνωστο με μόνη πυξίδα την βεβαιότητα ότι καμία αφήγηση δεν μας εμπεριέχει. Ότι σε κάθε παρελθόν το μόνο πιθανό να βρούμε είναι περισσότερες διαβεβαιώσεις πως αν δεν ενεργήσουμε άμεσα καμία πορεία από εδώ και μπρος δεν θα μας ανήκει. Να επιχειρήσουμε να πιστέψουμε σε αυτά που κανείς άλλος πέρα από εμάς δεν μπορεί να διεκπεραιώσει. Να αγαπήσουμε την εποχή μας μαζί με τα συντρίμμια που μας διαμόρφωσαν και τα θριμματισμένα όνειρα που μας υποσχέθηκαν αλλά και αυτά εν τέλει στερηθήκαμε. Οι εξεγέρσεις πέθαναν μαζί με αυτά τα όνειρα και ευτυχώς τώρα έχουμε την δυνατότητα να τοποθετήσουμε την ίδια την έννοια στην έδρα και αφού την καταδικάσουμε αναλογιζόμενοι ως αναρχικοί την σημερινή αποσπασματικότητα σχετικά με τις δικές μας επιθυμίες, να την επανανοηματοδοτήσουμε και να την στρέψουμε ενάντια στο σύστημα που πίστεψε ότι τοιουτοτρόπως θα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις μας.
Τέλος να αποσαφηνίσουμε πως δεν αρνούμαστε την σχέση μας με το παρελθόν. Την αναγνωρίζουμε και έχουμε πάρει θέση αλλά όχι αυτήν που οι χρηστοι γείτονες και οι αξιότιμοι συμπολίτες μας θα ήθελαν. Αντικρίσαμε κατάματα το παρελθόν μας και την αξιοζήλευτη αίγλη του. Είδαμε μέχρι τα βάθη της ανθρώπινης ιστορίας. Είδαμε χρόνια πολιτισμένης βαρβαρότητας, ορθολογικού παραλογισμού, υποβάθμισης του ατόμου, λεηλασίας της φύσης, σπίλωσης της ομορφιάς, καταπίεσης του διαφορετικού, πατριαρχικής επιβολής, εμπορευματοποίησης των επιθυμιών, κανονικοποίησης των συμπεριφορών, κωδικοποίησης της τιμωρίας, επιβολής του θυμικού των μαζών, θρησκευτικής καταπίεσης, περιφρόνησης των παθών, περιθωριοποίησης του σώματος, περιχαράκωσης της θέλησης, υπονόμευσης της δύναμης και κακοποίησησης της ζωής. Δεν είδαμε όμως πουθενά σε κανένα πολυτεχνείο παρά απομονωμένα, τυχαία σαν μια εξαίρεση στον κανόνα και διάσκορπα να αναδεικνύεται μια απόλυτη ρήξη με αυτήν την επονείδιστη διαδρομή που έχει το θράσος να αυτοαποκαλείται πρόοδος. Έχουμε λοιπόν έναν πολύ ισχυρό δεσμό με το παρελθόν αφού εκεί βρήκαμε αμέτρητες ερωτήσεις, οι δικές μας απαντήσεις όμως σε πείσμα των επίσημων και μη συνταγογράφων παραμένουν μια ανοιχτή προοπτική.
Horizontal Mortem
Consumimur Igni – Σύμπραξη για τους σκοπούς της ανάφλεξης.
Mail επικοινωνίας: consumimurigni@espiv.net