Πετοσφαίριση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Πετοσφαίριση
Volleyball game.jpg
Μία συνηθισμένη ενέργεια στην πετοσφαίριση.
Ύψιστη διοικητική αρχή FIVB
Πρώτο παιχνίδι 1895, Μασαχουσέτη, ΗΠΑ
Χαρακτηριστικά
Επαφή Όχι
Μέλη ομάδας 6
Μικτών φύλων Ναι, διαφορετικές διοργανώσεις
Εξοπλισμός Μπάλα πετοσφαίρισης Δίχτυ πετοσφαίρισης
Παρουσία
Χώρα ή περιοχή Παγκόσμια
Ολυμπιακό άθλημα 1964

[1]Η πετοσφαίριση (κυπριακή διάλεκτος: πετόσφαιρα,[2] αγγλικά: volleyball) είναι ένα ομαδικό ολυμπιακό άθλημα, το οποίο παίζεται από ανδρικές και γυναικείες ομάδες των έξι παικτών. Επινοήθηκε το 1895 και στους Ολυμπιακούς Αγώνες εντάχθηκε το 1964 στο Τόκιο. Στην Ελλάδα εποπτεύεται από την Ελληνική Ομοσπονδία Πετοσφαίρισης (ΕΟΠΕ).

Ιστορικές πληροφορίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πετοσφαίριση επινοήθηκε το 1895 από τον Αμερικανό καθηγητή Γουίλιαμ Μόργκαν, που εργαζόταν στο παράρτημα της ΧΑΝ (YMCA) του Χόουλιοκ, στην πολιτεία Μασαχουσέτη των ΗΠΑ. Προσπαθώντας να δημιουργήσει ένα ομαδικό παιχνίδι κλειστού χώρου, χωρίς τον κίνδυνο τραυματισμών, επινόησε το βόλεϊ. Αρχικά ονόμασε το παιχνίδι "μιντονέτ". Το όνομα βόλεϊ δόθηκε λίγο αργότερα, έπειτα από έναν αγώνα επίδειξης, μάλλον από τον Άλφρεντ Χάλστιντ.

Το νέο άθλημα διαδόθηκε πολύ γρήγορα, κυρίως μέσω των παραρτημάτων της Χ.Α.Ν. στις πολιτείες των ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο. Στην Ευρώπη μεταφέρθηκε κατά τη διάρκεια του Α΄ παγκοσμίου πολέμου από τους Αμερικανούς στρατιώτες.

Αρχικά παιζόταν με διάφορες μπάλες. Το 1900 κατασκευάστηκε η πρώτη ειδική μπάλα βόλεϊ. Το 1947 ιδρύθηκε η Διεθνής Ομοσπονδία Πετοσφαίρισης (Fédération Internationale de Volleyball ή FIVB) στο Παρίσι, η οποία διαμόρφωσε ενιαίους διεθνείς κανονισμούς. Το 1963 ιδρύθηκε και Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Πετοσφαίρισης (Confédération Européenne de Volleyball ή CEV). Το 1964 αποτέλεσε σημαντική χρονιά για το βόλεϊ, αφού εντάχθηκε στο πρόγραμμα της Ολυμπιάδας του Τόκιο, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες.

Στην Ελλάδα β.μ εισήχθη το 1922 από τον Πανιώνιο και τη ΧΑΝΘ. Πρώτος διδάξας το β.μ στην Ελλάδα θεωρείται ο γυμναστής Λευκαδίτης του Π.Γ.Σ. Στη συνέχεια διαδόθηκε και σε άλλους συλλόγους με αποτέλεσμα να προκηρυχτούν τα πρώτα πρωταθλήματα 1924-1926 με πρωταθλητή τον Πανιώνιο το 1924, τον Π.Γ.Π το 1925 και τα Διδασκαλία το1926.

Το 1929-1932 δημιούργησαν ομάδες β.μ η Νήαρ Ηστ, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Ιωννικός, ο Πειρα'ι'κός, ο ΠΟΠ, και η ΕΑΠ Πατρών. Ακολούθησε η δεκαετία 1930-1940 με τη μεγαλύτερη διάδοση του αθλήματος που ανακόπηκεαπό τον Β΄. ΠΠ και στη συνέχεια του εμφυλίου.

Το 1950-60 εμφανίστηκε πάλι το β.μ με ελάχιστα τοπικά πρωταθλήματα.

Το 1961 διοργανώνεται το 1Πανελλήνιο πρωτάθλημα με πρωταθλητή τον ΠΓΣ.

Το 1965 ιδρύεται από τον ΣΕΓΑΣ η Ελληνική Ομοσπονδία Αθλοπαιδιών (ΕΟΑΠ μπάσκετ- β.μ-χόκε'ι') και ακολουθεί μια στάσιμη περίοδο μέχρι το1967.

Το 1968 αρχίζει μια συστημακή προσπάθεια ανάπτυξηςτου β.μ από την ΕΟΑΠ και τον διορισθέντα Κυβερνητικό Επίτροπο(ΚΕ) σύνδεσμος της ΓΓΑ με την ΕΟΑΠ Θεόδωρο Ανδρεάκο δ/ρα μηχανικό, πρωταθλητή του β.μ του ΠΓΣ, μέλους της ΕΟΑΠ και του ΑΣΑΕΔ (Αθλητισμού ΕΔ).Το 1969 καθιερώνεται για πρώτη φορά πρωτάθλημα εθνικής κατηγορίας και προσλαβάνεται ο παγκοσμίου φήμης τεχνικός ρουμάνος προπονητής Stefan Roman θεμελιωτής της τεχνικής του β.μ στην Ελλάδα και δημιουργούνται μόνιμα κλιμάκια με την Εθνική ομάδα να μετέχει στο κύπελο Δυτικών χωρών για τρώτη φορά.

Το 1970 αποτελεί το σημαντικότερο σταθμό για το ελληνικό β.μ. Ευοδώνονται οι προσπάθειες του ΚΕ Θεόδωρου Ανδρεάκου για τον διαχωρισμό του β.μ από το μπάσκετ σε ανεξάρτητες Ομοσπονδίες ΕΟΠΕ (Πετοσφαίρισης ) και ΕΟΚ ( Καλαθοσφαίρισης).Καθιερώνονται και τελούνται στην Αθήνα οι 1 Βαλκανικοί αγώνες με πρωτοφανή κοσμοσυρροή για το άθλημα.

Εκπονείται από τον Θ. Ανδρεάκο και εγκρίνεται από το ΓΓΑ [3] Κ. Αλανίδη και μπαίνει σε εφαρμογή από την ΕΟΠΕ πενταετές σχέδιο αναπτύξεως του β.μ. Καθιερώνονται αθλητικά κίνητρα ( εισαγωγή διεθνών αθλητών στα ΑΕΙ), υποτροφίες στα μέλη των εθνικών ομάδων , ιδρύονται τοπικές επιροπές β.μ στην επαρχία, λειτουργεί σχολή προπονητών,κατασκευάζονται τα πρώτα κλειστά γήπεδα από τη ΓΓΑ και γενικά μπαίνουν τα θεμέλια της σε βάθος διάδοσης του β.μ.

Ακολουθούν και οι διεθείς επιτυχίες: 3 η Εθνική εφήβων στο Λούκοβιτ(1971). 3 η Εθνική ανδρών στους Μεσογειακούς της Σμύρνης(1971). 5 η Εθνική ανδρών στο Κυπελο Ανοίξεως ( 1972). 1 η Εθνική ΕΔ στο CISMS στη Θεσσαλονίκη (1973). 1 στο Κύπελο Ανοίξεως το (1980), όσο και στο Βαλκανικό(1980) για να συνεχίσει την ανοδική πορεία του. Από το 2000 και μετά ισχύουν νέοι κανονισμοί, τους οποίους η διεθνής ομοσπονδία έχει θεσπίσει με στόχο τη θεαματικότητα του αθλήματος. -ο χρόνος κατοχής της μπάλας στο σερβίς έγινε 8 -επιτρέπεται η απόκρουση της μπάλας με το πόδι ή οποιοδήποτε άλλο μέρος του σώματος -ο προπονητής μπορεί να στέκεται σε μια ορισμένη περιοχή ανάμεσα στο πάγκο και στο γήπεδο. -στο σερβίς η μπάλα επιτρέπεται να ακουμπήσει στο φιλέ κ.α.

Ο αγωνιστικός χώρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διαστάσεις αγωνιστικού χώρου

Το γήπεδο του βόλεϊ έχει σχήμα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο με διαστάσεις: 9x18 μ. Πρέπει να περιβάλλεται από την ελεύθερη ζώνη, η οποία στις μεγάλες διοργανώσεις απέχει 7 ως 9 μέτρα από τις τελικές γραμμές και 3 ως 5 μ. από τις πλευρικές. Συνήθως το γήπεδο του βόλεϊ είναι σε κλειστό χώρο αλλά μπορεί να διεξαχθεί και σε ανοιχτό, κυρίως σε διοργανώσεις μικρού επιπέδου (σχολικές κλπ).

Το ορθογώνιο γήπεδο διαιρείται σε δύο ίσα τετράγωνα μέρη (9x9 μ.) από ΠΕτην κεντρική γραμμή, πάνω από την οποία τοποθετείται κάθετα ένα τεντωμένο δίχτυ (φιλέ) ύψους 2,43 μ. για τους άνδρες και 2,24 μ. για τις γυναίκες. Σε κάθε ένα από τα δύο μέρη του γηπέδου, και σε απόσταση 3 μ. από την κεντρική γραμμή, υπάρχει η επιθετική γραμμή, που χωρίζει το κάθε μέρος σε δύο ζώνες: την επιθετική ή μπροστινή ζώνη (3x9 μ.) και την αμυντική ή πίσω ζώνη (6x9 μ.).

Εκτός του περιγραφόμενου γηπέδου, το βόλεϊ παίζεται & σε άμμο ως μπιτς βόλεϊ

Το δίχτυ του βόλεϊ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το δίχτυ ή αλλιώς φιλές

Το δίχτυ βρίσκεται πάνω από την κεντρική γραμμή, έχει μήκος 9,5 μ., πλάτος 1μ. και ύψος 2,43 για τους άνδρες και 2,24 για τις γυναίκες. Στις άκρες του και σε 9μ. απόσταση μεταξύ τους βρίσκονται οι αντένες, μήκους 1,80μ. (προεξέχουν 0.80 μ. πάνω από το δίχτυ) και ορίζουν τα όρια του γηπέδου στον αέρα. Δεν επιτρέπεται στους παίκτες να ακουμπήσουν το δίχτυ κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής φάσης. Το ύψος του διχτυού διαφέρει ανάλογα με την κατηγορία.
Στους άνδρες,όπως είπαμε φτάνει τα 2,43 μ.,στους εφήβους (περί 18-19 ετών),στους παίδες (περί 13-17) είναι το ίδιο,ενώ,στους παμπαίδες(περί 10-15) είναι 2.35 μ.
Στις γυναίκες φτάνει τα 2,24 μ.,όπως και στις νεάνιδες(18-19) και στις κορασίδες (περί 12-17), ενώ στις παγκορασίδες (περί 10-14) τα 2,20 μ.
Υπάρχει και μία ειδική κατηγορία που ονομάζεται μίνι (8-13), στην οποία το φιλέ φτάνει τα 2,10 μ. και διοργανώνει ειδικές εκδηλώσεις με αγώνες, κυρίως για λόγους διαφήμισης προώθησης της πετοσφαίρισης.

Η μπάλα του βόλεϊ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μπάλα είναι κατασκευασμένη από μαλακό πλαστικό ή δέρμα. Μετά το 1996 η μπάλα είναι πολύχρωμη για χάρη της θεαματικότητας και αποτελείται από 12 ομοιόμορφα κομμάτια, σε συνδυασμό τριών χρωμάτων (κίτρινο, άσπρο, μπλε). Έχει περιφέρεια 65-67 εκ. και βάρος 260-280 γραμ.Το 2009 όμως αλλάζει. Παραμένουν το μπλε και το κίτρινο(το άσπρο φεύγει) και η κατανομή τους αλλάζει.Η μπάλα τώρα έχει πολύ περισσότερους πόρους με αποτέλεσμα να είναι πολύ πιο μαλακή από την προηγούμενη.

Σκοπός του παιχνιδιού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σκοπός του παιχνιδιού είναι να περάσει η μπάλα πάνω από το φιλέ και να ακουμπήσει στο γήπεδο του αντιπάλου ή να αναγκαστεί ο αντίπαλος να την πετάξει εκτός γηπέδου (γήπεδο θεωρείται ο αγωνιστικός χώρος και η γραμμή που τον χωρίζει από την ελεύθερη ζώνη). Για να πετύχει το σκοπό αυτό η κάθε ομάδα έχει δικαίωμα να κάνει τρεις μπαλιές με οποιοδήποτε μέρος του χεριού. Το μπλοκ δεν υπολογίζεται στις επαφές με τη μπάλα της ομάδας. Επιτρέπεται η επαφή και το παίξιμο της μπάλας με οποιοδήποτε μέλος του σώματος ακομα και με το πόδι (εκτός από το σερβίς που εκτελείται υποχρεωτικά μόνο με το χέρι).

Ο ίδιος παίκτης δεν έχει δικαίωμα να κάνει δύο συνεχόμενες μπαλιές. Επίσης, μετά από κάθε χτύπημα η μπάλα πρέπει να αναπηδήσει, δηλαδή δεν μπορεί να κρατηθεί από τον παίχτη (πιαστό). Οι διαιτητές είναι λίγο πιο ελαστικοί όταν γίνεται πιαστό στην πρώτη επαφή της μπάλας(αυτό βέβαια σε μικρότερες κατηγορίες).

Οι ομάδες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πετοσφαίριση ανδρών

Η κάθε ομάδα πετοσφαίρισης αποτελείται από έξι παίκτες. Επίσης, μπορεί να έχει μέχρι έξι αναπληρωματικούς, έναν προπονητή, το βοηθό του και φυσιοθεραπευτή. Στο ξεκίνημα κάθε σερβίς οι έξι αγωνιζόμενοι παίκτες πρέπει να βρίσκονται μέσα στο γήπεδο και σε συγκεκριμένες θέσεις. Είναι τρεις στην επιθετική ζώνη (μπροστά: αριστερά, κέντρο, δεξιά) και τρεις στην αμυντική ζώνη (πίσω: αριστερά, κέντρο, δεξιά). Εξαιρείται ο παίκτης που εκτελεί το σερβίς.

Οι παίκτες που βρίσκονται στην αμυντική ζώνη δεν επιτρέπεται να εκδηλώσουν επιθετικό χτύπημα πατώντας στην μπροστινή ζώνη από ύψος μεγαλύτερο του φιλέ.

Κάθε φορά που η ομάδα τους κερδίζει το σερβίς, οι παίκτες μετακινούνται κατά μία θέση προς τα δεξιά, κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού. Έτσι σταδιακά όλοι οι παίκτες παίζουν σε όλες τις θέσεις. Σε περίπτωση αλλαγής, ο παίκτης που βγήκε μπορεί να μπει μόνο στη θέση του παίκτη που μπήκε ώστε να μην αλλάζει θέσεις στο γήπεδο.

Οι θέσεις στην πετοσφαίριση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι θέσεις έχουν ως εξής 1. Είναι η θέση στα δεξιά στην αμυντική ζώνη. Ο παίχτης που βρίσκεται σε αυτή εκτελεί το σερβίς. Σε αυτή τη θέση αμύνονται είτε ο πασαδόρος και ο διαγώνιος (σύστημα 5-1) είτε οποιοσδήποτε άλλος παίχτης σε άλλο σύστημα παιχνιδιού. 2. Είναι η θέση στα δεξιά στην επιθετική ζώνη από την οποία καρφώνει ο διαγώνιος (5-1) ή άλλος παίχτης σε άλλο σύστημα παιχνιδιού. Σε αυτήν πασάρει και βγάζει μπλοκ ο πασαδόρος ανάλογα πάντα με το σύστημα παιχνιδιού. 3. Είναι η κεντρική θέση στην επιθετική ζώνη. Σε αυτή παίζει ο κεντρικός σε συστημα 5-1 ή ο πασαδόρος σε σύστημα 6-0 4. Είναι η αριστερή θέση στην επιθετική ζώνη. Σε αυτή παίζει ο ακραίος (σύστημα 5-1) ή οποιοσδήποτε άλλος παίχτης σε άλλο σύστημα παιχνιδιού. 5. Είναι η αριστερή θέση στην αμυντική ζώνη. Σε αυτή αμύνεται ο κεντρικός ή ο λίμπερο (σύστημα 5-1) ή οποιοσδήποτε άλλος παίχτης σε άλλο σύστημα παιχνιδιού. 6. Είναι η κεντρική θέση στην αμυντική ζώνη. Σε αυτή αμύνεται ο ακραίος (5-1) ή οποιοσδήποτε άλλος παίχτης σε άλλο σύστημα παιχνιδιού.

Οι ειδικότητες στην πετοσφαίριση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρακάτω περιγράφονται οι ειδικότητες που μπορεί να έχει ένας παίκτης σε έναν αγώνα πετοσφαίρισης. Ο τρόπος παιχνιδιού είναι διαφορετικός ανάλογα με το σύστημα παιχνιδιού.

Εμείς θα μελετήσουμε παρακάτω το σύστημα 5-1 (το σύστημα στο οποίο πασαδόρος είναι μόνο ένας παίχτης).

Α) Ο ακραίος:είναι ο παίχτης ο οποίος καρφώνει και παίρνει υποδοχή στη θέση 4 (όταν βρίσκεται στην επιθετική ζώνη) και αμύνεται στο 6 όταν βρίσκεται στην αμυντική ζώνη.

Β) Ο διαγώνιος: είναι ο παίχτης ο οποίος καρφώνει και παίρνει υποδοχή στη θέση 2 (όταν βρίσκεται στην επιθετική ζώνη) και αμύνεται στο 1 όταν βρίσκεται στην αμυντική ζώνη. Όταν βρίσκεται στην πίσω ζώνη και συνεπώς ο πασαδόρος στην επιθετική ζώνη, καρφώνει πάλι από το 2 προσέχοντας να μην κάνει υπέρβαση (να καρφώσει δηλαδή την μπάλα μέσα στην επιθετική ζώνη όταν η μπάλα βρίσκεται σε σημείο ψηλότερο από το φιλέ). Θεωρείται ο καλύτερος επιθετικός της ομάδας.

Γ) Ο κεντρικός: είναι ο παίχτης ο οποίος καρφώνει και παίρνει υποδοχή στη θέση 3(όταν βρίσκεται στην επιθετική ζώνη) και αμύνεται στο 5 όταν βρίσκεται στην αμυντική ζώνη. Συνήθως όμως τον αντικαθιστά ο λίμπερο, όταν βρίσκεται στην αμυντική ζώνη. Μπορεί να καρφώνει είτε δεύτερο χρόνο, είτε πρώτο χρόνο (στις μεγαλύτερες ομάδες χρησιμοποιείται σπάνια ο δεύτερος).

Δ) Ο λίμπερο: αμυντικός παίχτης που παίζει στην πίσω ζώνη. Για περισσότερες πληροφορίες συμβουλευτείτε την ενότητα "ο λίμπερο".

Ε) Ο πασαδόρος: είναι ο παίχτης ο οποίος πασάρει από τη θέση 2 (όταν βρίσκεται στην επιθετική ζώνη) και πάλι από τη θέση 2 όταν βρίσκεται στη ζώνη άμυνας (ισχύει ο κανόνας της υπέρβασης). Όταν βρίσκεται στην αμυντική ζώνη αμύνεται στη θέση 1. Αν δε βγάλει άμυνα προχωρά γρήγορα στη θέση 2 για να κάνει πάσα και έπειτα επιστρέφει πάλι στη θέση 1. Σε περίπτωση που βγάλει άμυνα το ρόλο του πασαδόρου αναλαμβάνει ο κεντρικός.

Το παιχνίδι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το παιχνίδι ξεκινά με σερβίς της μιας ομάδας έπειτα από κλήρωση. Το σερβίς εκτελείται από τον παίκτη της πίσω δεξιά θέσης, από ένα σημείο πίσω από την τελική γραμμή του γηπέδου. Παλιότερα ο παίκτης που εκτελούσε σερβίς όφειλε να βρίσκεται στην πίσω δεξιά γωνία και εκτός τελικής γραμμής. Τα τελευταία χρόνια επιτρέπεται η εκτέλεση του σερβίς από οποιοδήποτε σημείο πίσω από την τελική γραμμή. Με την εκτέλεση του σερβίς η μπάλα προωθείται πάνω από το φιλέ προς τη μεριά της αντίπαλης ομάδας χωρίς να μεσολαβήσει άλλος παίκτης της ομάδας που εκτελεί το σερβίς. Παλιότερα απαγορευόταν να χτυπήσει στο φιλέ αλλά ο σημερινός κανονισμός το επιτρέπει.

Γήπεδο πετοσφαίρισης

Κάθε φορά που η μπάλα φτάνει στην περιοχή της, η ομάδα προσπαθεί να την επαναφέρει στην αντίπαλη περιοχή με τρεις μπαλιές. Συνήθως ο πρώτος παίκτης αποκρούει, ένας δεύτερος υψώνει δίνοντας πάσα κοντά στο φιλέ και ένας τρίτος καρφώνει με δύναμη προς το αντίπαλο μέρος. Δεν υπολογίζεται ως μπαλιά τυχόν απόκρουση της μπάλας από το αμυντικό μπλοκ στο καρφί του αντίπαλου. Παλιότερα η απόκρουση αυτή θεωρείτο ως μία από τις τρεις μπαλιές, με αποτέλεσμα να υπάρχουν διχογνωμίες κατά πόσο η μπάλα βρήκε ή όχι στο αμυντικό μπλοκ.

Κατάκτηση ενός πόντου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια ομάδα κερδίζει έναν πόντο, όταν καταφέρει να στείλει τη μπάλα στο έδαφος της αντίπαλης ομάδας (μέσα) ή όταν η αντίπαλη ομάδα στείλει τη μπάλα εκτός γηπέδου (άουτ). Η ομάδα που κερδίζει πόντο εκτελεί και σερβίς. Όσο συνεχίζει να κερδίζει πόντους το σερβίς εκτελεί ο ίδιος παίκτης. Όταν χάσει πόντο, παίρνει το σερβίς η άλλη ομάδα, οι παίκτες της οποίας μετακινούνται μια θέση προς τα δεξιά, κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού. Παλιότερα μια ομάδα κέρδιζε πόντο μόνο όταν εκτελούσε σερβίς. Δηλαδή, πρώτα έπρεπε να κερδίσει την αλλαγή του σερβίς και στη συνέχεια τον πόντο. Με το παλιό σύστημα, σε ένα παιχνίδι μπορούσαν να γίνονται συνεχείς αλλαγές και να μην κερδίζονται πόντοι, με αποτέλεσμα να είναι απροσδιόριστη η διάρκειά του. Αυτός ήταν ο λόγος που καταργήθηκε.

Κατάκτηση ενός σετ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κάθε σετ τελειώνει όταν μια ομάδα φτάσει τους 25 πόντους και έχει τουλάχιστον δύο πόντους προβάδισμα (δηλαδή τουλάχιστον: 25-23). Αλλιώς το σετ συνεχίζεται μέχρι να επιτευχθεί προβάδισμα δύο πόντων από μια ομάδα (26-24, 27-25 κλπ) χωρίς όριο. Με το παλιό σύστημα διεξαγωγής (πρώτα αλλαγή σερβίς και μετά πόντος) τα σετ τελείωναν στους 15 πόντους, πάλι με καθαρό προβάδισμα δύο πόντων. Μετά από κάθε σετ οι ομάδες αλλάζουν πλευρά στο γήπεδο.

Κατάκτηση ενός αγώνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νικήτρια αναδεικνύεται η ομάδα που κερδίζει τρία σετ. Στα πρώτα στάδια ανάπτυξης του αθλήματος η νικήτρια ομάδα προέκυπτε από δύο νικηφόρα σετ, σύστημα που εφαρμόζεται ακόμα σε σχολικά ή παιδικά πρωταθλήματα.

Το Τάι-μπρέικ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν μετά από τέσσερα σετ οι ομάδες είναι ισόπαλες 2-2, ο νικητής αναδεικνύεται σε ένα πέμπτο τελικό σετ (τάι-μπρέικ) των 15 πόντων, πάντα με προβάδισμα δύο πόντων για το νικητή (15-13 τουλάχιστον ή 16-14, 17-15 κλπ). Στο πέμπτο σετ οι ομάδες αλλάζουν τερέν, όταν κάποια φτάσει τους 8 πόντους.

Βαθμολογία στο πρωτάθλημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αγώνες εθνικών και διεθνών πρωταθλημάτων, κάθε ομάδα, που κερδίζει τρία από τα τέσσερα πρώτα σετ του αγώνα, καρπώνεται 3 βαθμούς, ενώ η ηττημένη ομάδα κανέναν. Αν όμως το παιχνίδι κριθεί στο τάι-μπρέικ, τότε ο ηττημένος αποκομίζει 1 βαθμό και ο νικητής μόνο 2.

Το καρφί και οι χρόνοι του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το καρφί στη πετοσφαίριση μπορεί να γίνει σε τρεις χρόνους. Ο χρόνος προσδιορίζεται από το ύψος της πάσας:

1ος χρόνος: Γίνεται από το 3. Στην προκειμένη περίπτωση η πάσα απομακρύνεται ελάχιστα από τα χέρια του πασαδόρου. Ο κεντρικός για να την προλάβει πρέπει να βρίσκεται ήδη στον αέρα όταν η μπάλα φεύγει από τα χέρια του πασαδόρου. Είναι ταχύτατο καρφί και πολύ αποτελεσματικό γιατί ο χρόνος αντίδρασης των αντιπάλων (ακόμα και του μπλοκ) είναι ελάχιστος. Υπάρχει και μια δεύτερη περίπτωση πρώτου χρόνου που γίνεται από το 2 κατόπιν συνεννόησης του πασαδόρου και του διαγωνίου.

2ος χρόνος: Γίνεται κυρίως από το 4,3,2 αλλά και από τις πίσω θέσεις σε περίπτωση που μια ομάδα θέλει να αιφνιδιάσει τους αντιπάλους της ή σε περίπτωση άσχημης πάσας. Η μπάλα, σε αυτό το καρφί, φτάνει περίπου το ύψος των 3-3,5m.

3ος χρόνος: Χρησιμοποιείται πολύ σπάνια και η μπάλα μπορεί να φτάσει πάνω από 3,5m.

Συμβουλές για σωστή τεχνική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πετοσφαίριση γυναικών

Τα δάχτυλα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτά που πρέπει να προσέχει κάποιος όταν κάνει δάχτυλα είναι τα παρακάτω:
α) Οι δύο αντίχειρες και οι δύο δείκτες να σχηματίζουν τριγωνάκι κατά την επαφή με την μπάλα.
β) Τα χέρια να τεντώνουν τελείως κατά την επαφή τους με την μπάλα.
γ) Ένα από τα πόδια μας να προωθείται του άλλου ανάλογα με το προς τα πού θέλουμε να στείλουμε την μπάλα(αριστερό για δεξιά και δεξί για αριστερά)
δ) Τα πόδια μας να τεντώνονται παράλληλα με τα χέρια μας.
ε) Να βρίσκετε την μπάλα πάντα πάνω από το κεφάλι σας και κυρίως πάνω ακριβώς από το μετωπό σας.
στ) Οι ώμοι να κοιτούν προς τα εκεί που θα γίνουν τα δάχτυλα.

Η μανσέτα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λέξη μανσέτα έχει καθιερωθεί από τη γαλλική λέξη μανσέτες που είναι το μέρος του πουκαμίσου στη μανικετόκουμπα.
α) Η επαφή με τη μπάλα να γίνεται όχι στην περιοχή της παλάμης ή των καρπών αλλά στην περιοχή των μανσετών.
β) Τα πόδια να είναι ελαφρώς λυγισμένα και να τεντώνουν κατά την επαφή με την μπάλα.
γ) Τα χέρια να είναι πάντα τεντωμένα-οι αγκώνες να μην λυγίζουν.
δ) Το ένα πόδι να προηγείται του άλλου ανάλογα με το πού θέλουμε να στείλουμε την μπάλα.
ε) Το βάρος του σώματος να είναι στις μύτες.
στ) Κατά την επαφή με την μπάλα το βάρος του σώματος να περνάει μπροστά φέρνοντας το ένα πόδι μπροστά από το άλλο.
Όλα όσα διαβάσατε είναι μία και μόνο μία συγχρονισμένη κίνηση.

Τάιμ άουτ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάθε ομάδα δικαιούται από δύο τάιμ άουτ των 30 δευτερολέπτων σε κάθε σετ, τα οποία δίνονται μόνον όταν έχει λήξει η φάση. Στις μεγάλες διοργανώσεις επιτρέπεται οι διαιτητές να δίνουν δύο τεχνικά τάιμ άουτ των 60 δευτερολέπτων σε κάθε ένα από τα τέσσερα πρώτα σετ, μόλις μια ομάδα φτάσει στους 8 και στους 16 πόντους για λόγους τηλεοπτικού διαφημιστικού χρόνου. Στο πέμπτο σετ δεν επιτρέπεται τεχνικό τάιμ άουτ. Τυπικά κατά τη διάρκεια του τάιμ άουτ οι έξι παίχτες που παίζουν εκείνη τη στιγμή απαγορεύεται να βρίσκονται μέσα στον αγωνιστικό χώρο.

Αλλαγές - Λίμπερο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάθε ομάδα δικαιούται να αλλάξει παίκτη, όταν λήξει μια φάση. Ο παίκτης που μπαίνει ξαναμπαίνει στη θέση του παίκτη που βγήκε. Μπορούν να γίνουν έξι τέτοιες αλλαγές. Αν ένας παίχτης μπει να παίξει και μετά ξαναβγεί και αντικατασταθεί από τον παίχτη που προηγουμένως αντικατέστησε λέμε ότι έκλεισε η αλλαγή. Σύμφωνα με τους νέους κανονισμούς σε κάθε ομάδα αγωνίζεται ένας παίκτης λίμπερο, ο οποίος φορά διαφορετική φανέλα από τους συμπαίκτες του.

Ο λίμπερο παίζει μόνο στην αμυντική γραμμή, αντικαθιστά απεριόριστες φορές τους συμπαίκτες του στην άμυνα, απαγορεύεται να κάνει σερβίς, να κάνει επίθεση με καρφί (ψηλότερα από το φιλέ ακόμα και στην αμυντική ζώνη), να κάνει μπλοκ και να αντικαταστήσει δύο παίκτες συνεχώς χωρίς να μεσολαβήσει σερβίς. Τέλος,απαγορεύεται να κάνει πάσα μέσα στην επιθετική ζώνη.

π.χ. ο παίχτης λίμπερο παίρνει εντολή από τον προπονητή να αντικαταστήσει τον παίχτη (συνήθως τον κεντρικό) που βρίσκεται στο 1 αφού χάσει η ομάδα του το δικαίωμα του σερβίς. Το κάνει. Συνήθως αμύνεται στην θέση 5. Μόλις περνά από τη θέση 5 στη θέση 4 βγαίνει από τον αγωνιστικό χώρο αλλάζοντας θέση με τον παίχτη που είχε βγει προηγουμένως.

Απαγορευμένες ενέργειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον κανονισμό πόντος εις βάρος μιας ομάδας καταλογίζεται επίσης, όταν κάποιος παίκτης της υποπέσει στα εξής παραπτώματα:

  • Μεταφορά της μπάλας (πιαστό).
  • Άγγιγμα του φιλέ.
  • Πέρασμα του σώματος στο αντίπαλο μέρος, με αποτέλεσμα την παρεμπόδιση του αντιπάλου.
  • Δύο συνεχόμενα χτυπήματα (διπλή μπαλιά). Το χτύπημα σε μπλόκ δεν υπολογίζεται.
  • Πέρασμα της μπάλας προς το αντίπαλο μέρος δίπλα ή κάτω από το φιλέ.

Διαιτητές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάθε παιχνίδι βόλεϊ διευθύνεται από δύο διαιτητές και δύο ή τέσσερις επόπτες γραμμών ανάλογα με το επίπεδο της διοργάνωσης. Οι δύο διαιτητές βρίσκονται εκατέρωθεν του φιλέ, στην κεντρική γραμμή του γηπέδου. Ο πρώτος διαιτητής κάθεται πάνω σε σκάλα σε ύψος 50 ως 80 εκ. πάνω από το φιλέ και ο δεύτερος στέκεται όρθιος στην απέναντι πλευρά. Ο πρώτος διευθύνει και έχει τον αποφασιστικό λόγο για κάθε φάση. Ο δεύτερος ελέγχει τις παραβάσεις στην περιοχή ευθύνης του.

Οι επόπτες γραμμών κρατούν σημαιάκια και υποδεικνύουν αν η μπάλα χτύπησε εντός ή εκτός γηπέδου δείχνοντας προς τα κάτω ή προς τα πάνω αντίστοιχα. Επίσης, ελέγχουν αν η μπάλα πέρασε πάνω ή δίπλα από τις αντένες του φιλέ.

Επίσης, υπάρχει σημειωτής που είναι υπεύθυνος για τη σημείωση των πόντων, τις αλλαγές, τα τάιμ άουτ και γενικά καταγράφει τις αποφάσεις των διαιτητών στο φύλλο αγώνα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Εγκυκλοπαίδια Υδρία». ΕΤΑΙΡΕΊΑ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ. 1978. 
  2. Πετόσφαιρα Πανεπιστήμιο Κύπρου
  3. ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΑ ΥΔΡΙΑ. ΑΘΗΝΑ: ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ Α.Ε. 1978, σελ. Τόμος 15ος σελ 198-199. 

Πηγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Commons logo
Τα Wikimedia Commons έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα
wiktionary logo
Το Βικιλεξικό έχει σχετικό λήμμα:
  • "Τα Ολυμπιακά Αθλήματα", έκδ. ΥΠΕΠΘ, Αθήνα 2001, σελ. 11-14.