Η γερμανική βουλή ψηφίζει υπέρ της λιτότητας στην Ελλάδα
Του
Πέτερ Σβάρτς
27 Αυγούστου 2015
Τα κοινοβούλια πολλών ευρωπαϊκών χωρών ψήφισαν τη προηγούμενη εβδομάδα για τα νέα μέτρα λιτότητας στην Ελλάδα. Τη Δευτέρα εγκρίθηκε το πακέτο στη Λετονία και στη Λιθουανία. Τη Τρίτη συμφώνησε και η Εσθονία. Οι τρεις χώρες της Βαλτικής ανήκουν στους πιο δηκτικούς επικριτές της ελληνικής κυβέρνησης.
Το ισπανικό κοινοβούλιο ενέκρινε τη Τρίτη το πακέτο παρ’ όλο που η έγκριση δεν ήταν τυπικά αναγκαία. Στην Αυστρία τα μέτρα υπερψηφίστηκαν από Υποεπιτροπή της βουλής. Η βουλή της Γερμανίας και της Ολλανδίας συνεδρίασαν επί του θέματος την περασμένη Τετάρτη.
Ήδη στις 14 Αυγούστου οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης είχαν εγκρίνει το πακέτο. Εξάλλου η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να εφαρμόσει τα νέα δρακόντεια μέτρα λιτότητας. Παρ’ όλα αυτά οι συζητήσεις γύρω από το θέμα στα κοινοβούλια παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Δείχνουν πόσο έχουν διαβρωθεί οι δημοκρατικές και κοινωνικές βασικές αρχές, οι οποίες τόσο μεγαλόπνοα υποστηρίζονται στις συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στα συντάγματα των χωρών-μελών της.
Το καινούριο πακέτο συνδέει τη χορήγηση 86 δισεκατομμυρίων ευρώ – που σε μεγάλο βαθμό προορίζονται για την αποπληρωμή οφειλών και τη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών – με μέτρα που καταδικάζουν τον ελληνικό λαό σε φτώχεια για τις επόμενες δεκαετίες και ουσιαστικά ακυρώνουν τη δημοκρατία μετατρέποντας τη χώρα σε προτεκτοράτο των ισχυρών ευρωπαϊκών δυνάμεων.
Το μνημόνιο των 360 σελίδων , που πέρασε βιαστικά από την ελληνική Βουλή στις 14 Αυγούστου, υποχρεώνει την ελληνική κυβέρνηση να ζητάει κάθε φορά την άδεια των «θεσμών» (Κομισιόν της Ε.Ε., Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης) πριν την προώθηση νόμων στη Βουλή ή προς δημόσια συζήτηση. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση και η Βουλή υποβαθμίζονται σε απλά εκτελεστικά όργανα των «θεσμών».
Το μνημόνιο υποδεικνύει με λεπτομέρεια πως να περικοπούν οι συντάξεις, πως να απελευθερωθεί η εργατική αγορά, πως να ξεπουληθεί η δημόσια περιουσία και πως να αποδομηθούν τα κοινωνικά δικαιώματα. Πολλές από τις δεσμεύσεις της ελληνικής κυβέρνησης σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες θα ήταν (προς το παρόν) παράνομες.
Ακόμα και κάποιοι συντηρητικοί οικονομολόγοι επισημαίνουν πως με τους προκαθορισμένους στόχους αυτής της «βαριάς θεραπείας», είναι αδύνατο να εξυγιανθεί η οικονομία της χώρας, αν ταυτόχρονα συνεχιστεί η σκληρή λιτότητα και δεν δοθεί μέρος των δισεκατομμυρίων αυτών σε σαφή επενδυτικά προγράμματα.
Στην πραγματικότητα όμως δεν πρόκειται για «διάσωση» της Ελλάδας, όπως υποστηρίζουν συνεχώς τα ΜΜΕ. Σκοπός είναι η συστηματική λεηλασία της χώρας. Το πρωτογενές πλεόνασμα το 2018 θα πρέπει να φτάσει το 3,5% του ΑΕΠ, το οποίο προορίζεται να δοθεί στους διεθνείς πιστωτές. Αυτή την περίοδο, καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν επιτυγχάνει τόσο υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα (ετήσιο πλεόνασμα πριν την αφαίρεση των οφειλών).
Αλλά και οι ιδιωτικοποιήσεις κερδοφόρων δημόσιων εταιριών είναι άκρως επικερδείς για το διεθνές κεφάλαιο. Η γερμανική διαχειριστική εταιρία Fraport για παράδειγμα, αγόρασε για 1,2 δις ευρώ τα δικαιώματα 14 ελληνικών περιφερειακών αεροδρομίων (εξαιρετικά κερδοφόρων λόγω του τουρισμού). Μάλιστα, για να εξασφαλιστεί η εγκυρότητα της συμφωνίας με την εταιρία, εντάχθηκε στις συνθήκες του νέου μνημονίου, πράγμα εξαιρετικά ασυνήθιστο.
Για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών προβλέπονται 25 δις, δηλαδή σχεδόν το ένα τρίτο του νέου πακέτου. Έτσι, θα αναπληρωθούν τα χρήματα που πλούσιοι Έλληνες μετέφεραν στο εξωτερικό, ενώ ο φτωχός πληθυσμός τα πληρώνει με περικοπές συντάξεων και κοινωνικών παροχών. Στη συνέχεια, οι αποκατεστημένες τράπεζες πρόκειται να πωληθούν, κατά προτίμηση σε διεθνείς επενδυτές.
Επιπλέον, με τη συστηματική μείωση του βιοτικού επιπέδου του ελληνικού πληθυσμού σε τριτοκοσμικό επίπεδο, προωθείται μια καινούρια κλίμακα μισθών και παροχών σε όλη την Ευρώπη.
Αναζητώντας παρόμοια βάρβαρες επιθέσεις στον εργαζόμενο λαό μιας χώρας, πρέπει να γυρίσει κανείς αρκετά χρόνια πίσω. Πολλά θυμίζουν την κτηνώδη κατοχή της Ελλάδας από τους Ναζί, οι οποίοι επίσης λεηλάτησαν τη χώρα. Υπάρχουν και παραλληλισμοί με το καθεστώς Brüning, στη Γερμανία της δεκαετίας του 1930, που μέσω έκτακτων κυβερνητικών διαταγµάτων οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους στην εξαθλίωση και προετοίμασε το έδαφος για τον Χίτλερ.
Έτσι λοιπόν προκαλεί εντύπωση, το γεγονός ότι σε κανένα ευρωπαϊκό κοινοβούλιο δεν υπήρξε σοβαρή αντίδραση ενάντια σε αυτές τις βάρβαρες υπαγορεύσεις. Υποδηλώνει ότι οι θεσμοί του αστικού κοινοβουλευτισμού δεν εκπροσωπούν, έστω και σε ελάχιστο βαθμό, τα συμφέροντα της πλειοψηφίας του κόσμου. Τα ανώτερα δέκα ή πέντε τις εκατό της κοινωνίας επιλύουν με διαξιφισμούς τις τακτικές τους διαφορές.
Οι συζητήσεις στο γερμανικό κοινοβούλιο είναι επομένως μείζονος σημασίας. Η κυβέρνηση και πρωτίστως ο υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε, πρωτοστάτησαν στην επιβολή σκληρών μέτρων στην Ελλάδα. Η καγκελάριος Μέρκελ, σε συνέντευξη στο κανάλι ZDF την προηγούμενη Κυριακή, υπερηφανευόμενη υποστήριξε ότι χωρίς τη «σκληρότητα» του Σόιμπλε και της κυβέρνησής της, η Αθήνα δεν θα παραδεχόταν ότι «πραγματικές μεταρρυθμίσεις» ήταν αναγκαίες, προσθέτοντας υπεροπτικά ότι δεν χρησιμεύει σε τίποτα το να είμαστε «καλοί με όλους».
Παρ’ όλα αυτά, η μόνη αξιόλογη αντίδραση στη γερμανική βουλή προέρχεται από το κόμμα της ίδιας της Μέρκελ. Για μεγάλο μέρος των βουλευτών της CDU/CSU τα μέτρα λιτότητας δεν είναι αρκετά. Θέλουν, μέσω της επιστροφής στη δραχμή, να προκαλέσουν ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση της Ελλάδας.
Ήδη στην προηγούμενη ψηφοφορία για την Ελλάδα τον Ιούλιο, πάνω από 60 βουλευτές είχαν αρνηθεί να ακολουθήσουν τη Μέρκελ. Αυτή τη φορά, 63 βουλευτές ψήφισαν κατά του νέου πακέτου. Ωστόσο, η αποδοχή του πακέτου δεν διακινδυνεύθηκε μιας και το συγκυβερνών SPD και η αντιπολίτευση των Πράσινων το υποστηρίζουν με μεγάλη πλειοψηφία.
Ο αντικαγκελάριος και πρόεδρος του SPD Σίγκμαρ Γκάμπριελ προώθησε διθυραμβικά το νέο πακέτο σε γράμμα που απευθυνόταν στο κόμμα του: «Το διαπραγματευθέν τρίτο πακέτο βοήθειας δεν είναι μόνο καλύτερο από τις προηγούμενες προτάσεις, αλλά διακρίνεται κυρίως από το ότι όλες οι πλευρές έκαναν συμβιβασμούς», υποστήριξε. «Προς όφελος της Ευρώπης αλλά και της Γερμανίας οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες πρέπει να το εγκρίνουν».
Το μόνο κόμμα που κάλεσε σε απόρριψη του προγράμματος, είναι το ψευδοαριστερό κόμμα «Die Linke». Αλλά και εδώ 7 βουλευτές αποστάτησαν και ψήφισαν «αποχή».
Η στάση του «Die Linke» είναι πολύ κυνική. Ψηφίζει με «όχι» επειδή στην παρούσα φάση η ψήφος της δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα. Στην προηγούμενη ψηφοφορία ο επικεφαλής του κόμματος Γκρέγκορ Γκύζι εξηγούσε, ότι αν ήταν μέλος της ελληνικής βουλής θα ψήφιζε υπέρ των μέτρων λιτότητας. Παρόμοια στάση κρατάει και τώρα. Το «Die Linke» υποστηρίζει ένθερμα τον Έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος είναι αποφασισμένος να περάσει όλες τις απαιτήσεις των «θεσμών» χωρίς ενδοιασμούς.
Στην πρόσφατη έκδοση της κομματικής εφημερίδας Neues Deutschland, ο αρχισυντάκτης Τομ Στροσνάιντερ μάλιστα κατάφερε να πλασάρει την βάρβαρη συνθήκη ως ήττα για το Βερολίνο και μερική νίκη για τον Τσίπρα. Επειδή η διάρκεια και οι τόκοι του δανείου είναι λίγο πιο ευνοϊκοί από ότι σε πρωιμότερα σχέδια, υποστηρίζει: «Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σε αυτό το σημείο κέρδισε πόντους». Θεωρεί ότι το ΔΝΤ, ο ΣΥΡΙΖΑ, μερικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η αντιπολίτευση στη γερμανική βουλή, «σε αυτό το σημείο κίνησαν τα νήματα προς την ίδια κατεύθυνση». Ακολούθησαν «ο κάθε ένας με τον τρόπο του, ένα λογικό κοινό παρονομαστή».
Το νήμα που κίνησε το «Die Linke» μαζί με το ΣΥΡΙΖΑ, το ΔΝΤ και μερικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, είναι τυλιγμένο γύρω από το λαιμό της εργατικής τάξης. Τα φοβερά βάσανα του ελληνικού πληθυσμού ως συνέπεια του νέου Μνημονίου, δεν είναι άξια αναφοράς για τον Στροσνάιντερ. Τον ενδιαφέρει, όπως και τον ΣΥΡΙΖΑ και το «Die Linke» να σώσει το καπιταλιστικό σύστημα και τους ευρωπαϊκούς και εθνικούς του θεσμούς. Θέλει να αποτρέψει πάση θυσία, ο εργαζόμενος πληθυσμός να συνάγει επαναστατικά συμπεράσματα από την καταστροφή στην Ελλάδα.
Η κτηνωδία του νέου μνημονίου και η απουσία σοβαρής εναντίωσης από τον καθιερωμένο κοινοβουλευτικό κόσμο είναι έκφραση της προηγμένης κρίσης στο καπιταλιστικό σύστημα. Η κυρίαρχη τάξη σε Γερμανία και Ευρώπη δε θέλει να αμβλύνει τις κοινωνικές και διεθνείς ταξικές συγκρούσεις μέσω συμβιβασμών. Η επίθεση στην ελληνική εργατική τάξη εξυπηρετεί την προετοιμασία παρόμοιων επιθέσεων στην εργατική τάξη σε όλη την Ευρώπη.
Ο Χένρικ Μίλλερ, καθηγητής πολιτικοοικονομικής δημοσιογραφίας στο Ντόρτμουντ και αρθρογράφος στο Spiegel online, πρόσφατα προειδοποιήσε για τις συνέπειες που θα είχε μια νέα παγκόσμια κρίση. Υπο τον τίτλο «Χωρίς φρένα προς την επόμενη κρίση» γράφει, ότι σε αντίθεση με το 2008, οι κυβερνήσεις και οι εκδοτικές τράπεζες «δεν έχουν πλέον τίποτα να αντιπαραθέσουν» αν χειροτερέψει η παγκόσμια ύφεση. Τα επιτόκια είναι στο μηδέν, πολλές χώρες ισορροπούν στα όρια της πτώχευσης και οι πρώτες ύλες είναι φθηνές. Και συμπεραίνει: «προετοιμαστείτε λοιπόν για μια τραχιά φάση με εσωτερικές και διεθνείς συγκρούσεις».
Ο τρόπος με τον οποίο προετοιμάζεται η άρχουσα τάξη για αυτή την «τραχιά φάση» φαίνεται από τα συμβάντα στην Ελλάδα. Ο εργαζόμενος πληθυσμός και η νεολαία πρέπει επίσης να προετοιμαστούν και να περάσουν σε ρήξη με τα αστικά κόμματα και τους ψευδοαριστερούς υποστηρικτές τους, ιδρύωντας μια νέα επαναστατική παράταξη και διεθνή ένωση στη βάση ενός σοσιαλιστικού προγράμματος.
19 Αύγουστος 2015
Follow the WSWS