Το πέρασμα στην εποχή Τραμπ επικαιροποιεί την ανάγκη για μια ολιστική θεώρηση του ρόλου των ελίτ στις σύγχρονες δημοκρατίες. Ιδιαίτερα στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου το άγχος και η ενδοσκόπηση για το μέλλον της χώρας φλερτάρει συχνά με την απόγνωση, έχουμε ανάγκη να επανεξετάσουμε συνολικά τον ρόλο, την σύνθεση και το ψυχολογικό προφίλ των ελίτ που επηρεάζουν τις εξελίξεις.
Οι σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ βρίσκονται σήμερα σε εξαιρετικό επίπεδο και από αυτή τη βάση και με στόχο την επιβεβαίωσή τους πρέπει να κινηθεί η ελληνική διπλωματία. Η ρεπουμπλικανική ηγεσία αναμένει και χρειάζεται να αντιληφθεί την εποικοδομητική και φιλική διάθεση της Ελλάδας προς τις ΗΠΑ και τον νέο Πρόεδρο, και αυτό θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από την ελληνική ηγεσία και να αποτελέσει τον οδηγό ενός οδικού χάρτη επαναβεβαίωσης της σημασίας της Ελλάδας για τη Δύση. Η προετοιμασία και η ανάπτυξη των σχέσεων με τους συντελεστές της ρεπουμπλικανικής ηγεσίας είναι απαραίτητες και πρέπει να ξεκινήσουν άμεσα.
Ο μπαμπούλας του «λαϊκισμού» παλαιότερα λειτουργούσε πρίμα, διασφαλίζοντας την ηγεμονία της φιλελεύθερης συναίνεσης. Πλέον δε λειτουργεί. Και στην περίπτωση του ελληνικού δημοψηφίσματος του 2015, και στο Brexit και στις αμερικανικές εκλογές, οι ελίτ δεν πήραν χαμπάρι τι θα συμβεί: έχουν χάσει τη δυνατότητα καθοδήγησης των εξελίξεων, πρόβλεψής τους και γενικώς επαφής με την πραγματικότητα. Πέραν τούτου, σε όλον τον «δυτικό» κόσμο η φιλελεύθερη συναίνεση υφίσταται απανωτές ήττες μεγαλοπρεπώς.
Και τι θα κάνουν όσοι απολυθούν; Είναι η κλασική ερώτηση που ακολουθεί «καπάκι», και αποδεικνύει πόσο λάθος αντίληψη έχουμε για τον ρόλο του Δημοσίου. Το Δημόσιο δεν είναι ο μάνατζερ κανενός πολίτη. Ούτε ο πατερούλης - εργοδότης. Οφείλει να προσφέρει τη δυνατότητα σε όλους τους πολίτες να εργάζονται σε ένα οικονομικό περιβάλλον που ευνοεί την εργασία και σου επιτρέπει να απολαμβάνεις τους καρπούς του κόπου σου. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όποιος έχει ικανότητες και όρεξη για δουλειά θα γίνει πλούσιος. Δεν θα έπρεπε; Όποιος νομίζει ότι αρκεί η γνωριμία με κάποιον βουλευτή για να πέφτει ο μισθός, θα πρέπει να οργανώσει αλλιώς τη ζωή του. Κι αν δεν έχει διάθεση να κοπιάσει, θα γίνει φτωχός. Δεν θα έπρεπε;
Στις 29 Οκτωβρίου 1959, ο Κοέν κρατάει στα χέρια του το πρώτο του διαβατήριο και μια υποτροφία 2000 δολαρίων για να ταξιδέψει στην Ευρώπη και να γράψει. Πρώτος σταθμός, το Λονδίνο. Μένει σε μια σοφίτα, και η σπιτονοικοκυρά του, η Στέλλα Πούλμαν, έχει θέσει δύο όρους: να διατηρεί το μέρος καθαρό και να γράφει τρεις σελίδες την ημέρα! Ο Κοέν τους τηρεί, αλλά διαβάζει για την Ελλάδα και λαχταράει να δει το φως του Αιγαίου. Γνώρισε τον Τζέικομπ Ρότσιλντ, μετέπειτα Λόρδο Ρότσιλντ, έγιναν φίλοι, και ο Τζέικομπ του σύστησε να πάει στην Ύδρα όπου διέμενε η μητέρα του που ήταν τότε παντρεμένη με τον μεγάλο Έλληνα ζωγράφο Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Ο Κοέν έκανε το ταξίδι.
Τελικά ίσως οι πρόσφατες εκλογές να απέδειξαν πόσο κοντά είμαστε Ελλάδα και Αμερική, αφού και οι δύο χώρες χρειαζόμαστε μία βαθιά και ειλικρινή συζήτηση για όλα όσα φοβόμαστε να δούμε και να παραδεχτούμε, για όσα αποτύχαμε, για όσα κρύψαμε κάτω από το χαλί μίας προσχηματικής επιτυχίας, ανάπτυξης ή παγκόσμιας κυριαρχίας (προφανώς αναφερόμενος στην Αμερική). Αν ο κ. Ομπάμα μας απέδειξε κάτι πριν από οκτώ χρόνια είναι ότι «ναι μποορούμε»... να αντιμετωπίσουμε και αυτή την πρόκληση. Αρκεί να το πιστέψουμε και να παλέψουμε για αυτό.
Ο Μάνος Χατζιδάκις θεωρούσε ότι ο λαϊκισμός και ο ελιτισμός είναι εξίσου εχθροί της πολιτικής και του πολιτισμού. Ο ελιτισμός διακρίνεται σε όλους τους πολιτικούς χώρους, από τη δεξιά μέχρι και την αριστερά. Τα φαινόμενα «Μαρίας Αντουανέτας» δεν είναι προνόμιο ενός κόμματος ή παράταξης. Συγκεκριμένα, μια ευάριθμη μερίδα της σοβαρής ελληνικής διανόησης -καθηγητές, δημοσιογράφοι, παντογνώστες δημοσιολόγοι και νάρκισσοι πολιτικοί- αποφαίνονται επιτακτικά: τα εκλογικά αποτελέσματα που δεν τους αρέσουν οφείλονται στο λαϊκισμό και την έλλειψη ορθολογισμού, αφού όσοι ψηφοφόροι επέλεξαν κάτι διαφορετικό από αυτό που τους υποδείχθηκε είναι τουλάχιστον αμόρφωτοι, απαίδευτοι και ανεύθυνοι, θύματα δημαγωγών.
Από την άλλη πλευρά, τα μερικές χιλιάδες (για την Ελλάδα), εκατοντάδες χιλιάδες (για την Ευρώπη) ή εκατομμύρια (για ολόκληρο τον πλανήτη) likes, κοινοποιήσεις ή αναπαραγωγές κάποιων απόψεων, τι ποσοστό του συνολικού πληθυσμού που σκέφτεται, διαμορφώνει άποψη και τελικά ψηφίζει αντιπροσωπεύουν; Και επιπλέον, τι ποσοστό αντιπροσωπεύουν οι προαναφερθείσες «θετικές αντιδράσεις» με βάση το συνολικό αριθμό χρηστών των social media; Η απάντηση και στις δύο περιπτώσεις είναι: μικρό.
Η ηγέτιδα χώρα της Δύσης βίωσε τον τελευταίο καιρό ένα φαινόμενο αντιφατικό με τους κανόνες ζωής, τους κανόνες συμπεριφοράς και κοινωνικής οργάνωσης, που οι θεωρούμενοι élites της διανόησης νομίζουν πως έχουν επικρατήσει. Τόσο ο νικητής των προεδρικών εκλογών Τραμπ όσο και η αντίπαλός τους Χ. Κλίντον, ξεπέρασαν εμφανώς τα δεδομένα, ο δε Τραμπ στήριξε την εκλογή του, εκτός των άλλων, και στην απόρριψη δήθεν εγκατεστημένων ηθικών αρχών.
Το μεγαλείο του αγώνα αυτού είναι βέβαια η αυθεντική διαδρομή. Οι μαραθωνοδρόμοι αθλητές πατούν στα βήματα του Φειδιππίδη! Ξεκινούν από τον Μαραθώνα, από τον χώρο που έγινε η μάχη, μια χούφτα Έλληνες ενάντια σε χιλιάδες βαρβάρους, σε μια νίκη - μεγαλείο του μεγάλου στρατηγού τους Μιλτιάδη. Κι ένας γενναίος άνθρωπος, με αντοχή στα πόδια, παρά την κούραση της μάχης, παρά το γεγονός ότι δυο μέρες πριν είχε τρέξει την απόσταση Αθήνα - Σπάρτη και πάλι πίσω - πήρε την απόφαση, να τρέξει και να πει στην πόλη το αποτέλεσμα «Νενικήκαμεν!» Πολλοί βέβαια μπορεί να αναρωτηθούν - και γιατί να τρέξω τα 5, 10, 22 ή 42 χιλιόμετρα; Τι ευχάριστο ή ενδιαφέρον μπορώ να βρω στο τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων;
Όταν χάθηκε το Ουισκόνσιν ένιωσα ένα σπασμό στην κοιλιά και ένα μούδιασμα στο κρανίο. Μια απόλυτη σιγή με περίζωσε, και άλλη σκέψη δεν υπήρχε: «Οι κόρες μου, η οικογένειά μου, πρέπει να τις προστατέψω!» Τριάντα-τόσα χρόνια ζω στην Καλιφόρνια, και το σεισμό τον σκέφτομαι που και που. Οι τοίχοι φουσκώνουν σα μπαλόνια, αντικείμενα που συμβόλιζαν τη σταθερότητα της ύπαρξης συντρίβονται, δε βλέπω κανένα γύρω μου, και μυρίζει γκάζι. «Πώς θα αντιδράσω;». Έτσι κάπως την έζησα τη στιγμή του Ουισκόνσιν.
Σήμερα σε έναν σημαντικό αριθμό κρατών δεν υπάρχουν οι ηγέτες που θα εμπνεύσουν τις μάζες, που θα μετριάσουν την πολωτική και διχαστική τάση, που θα αποτελέσουν πυλώνες αξιών με απώτερο στόχο την υλοποίηση του συλλογικού συμφέροντος. Δεν υπάρχει ένας Adenauer στη Γερμανία, ένας Charles De Gaulle στη Γαλλία, ένας Καραμανλής στην Ελλάδα, μια ηγετική προσωπικότητα όπως η Margaret Thatcher στη Βρετανία. Την ώρα που η Ευρωπαϊκή Ένωση πνέει τα λοίσθια οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά δεν υπάρχει ένας ηγέτης που να δώσει την ώθηση και να αναγάγει την ευρωπαϊκή ιδέα σε κύριο στόχο. Δεν υπάρχει ένας Robert Schuman, ένας Jacques Delors, ένας Valéry Giscard d' Estaing, ένας Jean Monnet.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που είχε υποσχεθεί ο κ. Trump ήταν να εξαναγκάσει τις μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις να μεταφέρουν πίσω στις ΗΠΑ την παραγωγή των τεχνολογικών τους προϊόντων από την Κίνα. Κινητά τηλέφωνα, υπολογιστές, tablets κλπ. Για να το επιτύχει αυτό είχε υποσχεθεί να επιβάλει φόρους/δασμούς στα αμερικανικής τεχνολογίας αλλά κινεζικής κατασκευής προϊόντα. Για να παραχθούν όμως αυτά τα προϊόντα στις ΗΠΑ απαιτούν κάτι το οποίο οι ΗΠΑ αυτή τη στιγμή δε διαθέτουν: σπάνιες γαίες.
Παρ' όλα αυτά, όσες εκτιμήσεις και δηλώσεις κι αν παρατεθούν, γεγονός είναι ότι ο Ντόναλντ Τραμπ ακόμα δεν έχει αναλάβει επισήμως τα καθήκοντά του και δεν έχει καθορίσει ποια πρόσωπα θα αποτελούν το επιτελείο του. Αν ληφθούν υπ' όψιν οι εκτιμήσεις των απανταχού επικριτών του, πιθανότατα να μην έχει αναλογισθεί ούτε καν ο ίδιος το βάρος της ευθύνης που ανέλαβε. Εντός των επομένων δύο μηνών αναμένεται να ειπωθούν και να ανακοινωθούν πολλά, που ενδεχομένως να μην επιβεβαιωθούν ποτέ. Και αν κάτι είναι απόλυτα σίγουρο: Η αβεβαιότητα αυτή θα διατηρηθεί τουλάχιστον μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 2017, όταν πλέον ο Τραμπ και το επιτελείο του θα αναλάβουν επίσημα τα καθήκοντά τους στον Λευκό Οίκο.
Με τα χρόνια, σιγά σιγά, φτάσαμε στο ζενίθ. Η Κύπρος μεσουρανούσε. Τα δάνεια καταναλωτικά, επιχειρηματικά, και στεγαστικά ήταν στα ύψη. Το φιλαράκι, μας αγαπούσε, χωρίς κριτήρια και έδινε χρήματα όποτε γινόταν επιθυμητό, χωρίς κατανάγκην την απαίτηση παρουσίασης στοιχείων. Είχε πλήρη εμπιστοσύνη στον επιχειρηματικό κοσμο και στο καταναλωτικό κοινό. Συνέχιζε, να δανειοδοτεί ασύστολα... Και ξαφνικά, ενα όμορφο πρωινό, το παραμύθι τελείωσε. Απο το μια φορά και εναν καιρό, μέχρι το ζήσανε αυτοί καλά και μεις καλύτερα, καταλήξαμε στο ζήσανε αυτοί (τα φιλαράκια) και μεις στον αναπνευστήρα.
Οι γηγενείς κάτοικοι, όπως η φυλή Kamoro, καθημερινά αντιμετωπίζουν την φτώχια, τις αρρώστιες, την καταπίεση και την συνεχή υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Παράλληλα, στα πλαίσια των κυβερνητικών σχεδίων μετεγκατάστασης πληθυσμών της Ινδονησίας από πιο πυκνοκατοικημένες σε πιο αραιοκατοικημένες περιοχές, οι ιθαγενείς Μελανήσιοι χριστιανοί, από το 96% του πληθυσμού του νησιού το 1971, σήμερα αποτελούν μόνο το 48%, ενώ με τον συνεχιζόμενο εποικισμό, το 2020 δεν θα αποτελούν παρά το 29% του πληθυσμού στην περιοχή αυτή.
Ως συντονιστής των «Ελληνικών Οάσεων», της διεπιστημονικής πρωτοβουλίας που έγινε καταλύτης για την ελληνορουμανική αυτή συνεργασία, είχα τη χαρά να επισκεφθώ το εκπληκτικό εργαστήριο Πορσελάνης της Μαριλένας Πατρονικόλα για να ενημερωθώ από συνεργάτη της για τα υψηλής στάθμης εκπαιδευτικά προγράμματα που εκπονούνται με την καλλιτεχνική ευθύνη της δημιουργού. Οι χειροτεχνικές δραστηριότητες μπορούν να πλαισιώσουν αρμονικά τις δραστηριότητες των «La Petite Cantine» στην Αθήνα.
Το βασικό στοιχείο καινοτομίας της επιχείρησής μας είναι η βιωματική εμπειρία. Ο επισκέπτης θα μπορεί επιλέγοντας τα ποικίλα προγράμματα που θα δημιουργηθούν, να ανακαλύψει βιωματικά τη Δημοκρατία μέσα στην Αρχαία Αγορά και τα Βουλευτήρια, την Τέχνη μέσα από παραστάσεις αρχαίου δράματος με αρχαίο κείμενο, την Ιπποκράτεια Διατροφή μέσα στα Ασκληπιεία, τη Σωματική Άσκηση στις παλαίστρες και τα γυμναστήρια και την Πνευματική Εξέλιξη ακούγοντας τις διάφορες φιλοσοφικές σχολές.
Οι αιτίες για όλα αυτά τα «απίθανα να συμβούν» φαινόμενα που αποκτούν παγκόσμιο χαρακτήρα πλέον χρειάζεται να προσδιοριστούν και να αναλυθούν προτού οι εξελίξεις γίνουν μη αναστρέψιμες. Η ταλάντωση των κοινωνιών μεταξύ άκριτα φιλελεύθερων και επικίνδυνα ακραίων συντηρητικών επιλογών αποκτά εμφανώς όλο και μεγαλύτερο εύρος. Τέτοιες ταλαντώσεις είναι συνήθεις σε μεταβατικές περιόδους έντονων οικονομικών αναταράξεων όπως αυτή που τώρα βιώνουμε. Περισσότερο ακόμα και από τις ίδιες τις ακραίες επιλογές των κοινωνιών αξίζει να παρατηρηθεί ότι οι λύσεις που επικρατούν φαίνεται να μην ελέγχονται από «οργανωμένους μηχανισμούς» κομμάτων και μέσων ενημέρωσης.